Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

ΑΠΟΣΤΑΣΙΣ ΕΛΕΓΧΟΣ Παρουσίαση βιβλίου, μέρος 3ον



                                                            Ἡ Νεωτερική «Ἐκκλησία»

Πῶς ὅμως πρέπει ἕνας πιστός, νά ἀντιμετωπίζῃ τήν Νεωτερικήν  «ἐκκλησίαν», εἰς τήν ὁποίαν δυστυχῶς σήμερον ἀκήκουν ὅλα τά παλαίφατα πρεσβυγενή ἀλλά καί τά νεώτερα Πατριαρχεῖα, μέ προεξάρχον αὐτό τῆς Κων/λεως, ὡς ἐπίσης καί ὅλες οἱ Τοπικές καί Αὐτοκέφαλες ἀνά τόν κόσμον «ἐκκλησίες»;[1] 
Ἴσως κατά πρῶτον ἀναρωτηθῇ κανείς∙ καί ποῖος ἔμεινεν ὀρθόδοξος, ἀφοῦ ὅλας τάς ἀνωτέρω ἐκκλησίας μᾶς τάς παρουσιάζεις ὡς ἐκπεσοῦσας ἀπό τήν ὀρθόδοξον πίστιν καί ὁμολογίαν; Ἡ ἀπάντησις εἶναι ἁπλή: Τό ἐναπομείναν λεῖμμα τῶν πραγματικῶν Χριστιανῶν ἐξ ὅλων τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν (τό ἀποτειχισθέν καί μή κοινωνικόν μετά τῶν προαναφερθουσῶν πλέον ψευδεκκλησιῶν), ἀποτελεῖ τήν συνέχειαν τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας!
Ὅσον καί ἄν φαίνονται πολλοί οἱ ἐκπεσόντες πρώην χριστιανοί ἔναντι τῶν ὀλίγων πράγματι Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, αὐτό δέν ἀλλάζει τήν πραγματικότητα, καί αὐτή εἶναι μία: Ὅτι ἐκεῖνοι ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ πλέον Ἐκκλησία  Χριστοῦ, ἀλλά ΣΥΝΑΓΩΓΗΝ   ΠΟΝΗΡΕΥΟΜΕΝΩΝ!!![2]
Ἠρνήθησαν τόν Χριστόν τοῦ Εὐαγγελίου καί ἠσπάσθησαν τόν «χριστόν» τῆς Νέας Ἐποχῆς! Ἐνόθευσαν τήν ἀληθινήν Ὀρθόδοξον Πίστιν μέ κάθε εἴδους ἑτεροροδιδασκαλίες καί πεπλανημένες δοξασίες, καί αὐτό οὐχί μέ ὑποβόσκοντα καί ἀπαρατήρητον τρόπον, ἀλλά ἐπ’ ἄμβωνος κηρύττοντες καί «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» . Καί τοῦτο ἐγένετο οὐχί μόνον ὑπό τῶν τυχόντων, ἀλλά καί ἀπό ἐπισκοπικῶν καί πατριαρχικῶν ἀκόμη χειλέων!
Καί δέν ἐκήρυξαν μόνον τήν ἕνωσιν τῶν διαφόρων ψευδοχριστιανικῶν «ὁμολογιῶν καί «ἐκκλησιῶν» εἰς Μίαν Ποίμνην, ὑπό ἑνός ποιμένος, ἀλλά καί τήν ἕνωσιν ὅλων τῶν θρησκειῶν εἰς μίαν ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΝ!!!
 Αὐτόν  τόν σκοπόν ἔχουν ὅλα αὐτά τά ἀνά τόν κόσμον συνέδρια, μεταξύ ὅλων τῶν θρησκευτικῶν ἡγετῶν, ἀλλά καί οἱ διακηρύξεις των περί ἑνός «θεοῦ», λατρευομένου ὅμως ποικιλοτρόπως ἀπό τούς διαφόρους λαούς.
Δέν μᾶς εἶπαν ὅμως τό ὄνομα αὐτοῦ τοῦ «θεοῦ»...
Πῶς μποροῦμε λοιπόν, νά χαρακτηρίσωμεν ὡς ὀρθοδόξους καί νά μνημονεύωμεν ὅλους αὐτούς τούς προβατοσχήμους λύκους τῆς Νεωτερικῆς «ἐκκλησίας», ὅταν ἐκεῖνοι θεωροῦν τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἰσόκυρον, τῶν ψευδοχριστιανικῶν αἱρέσεων καί «ὁμολογίων» ἀλλά καί αὐτῆς ἀκόμη τῆς Παγανιστικῆς – Δαιμονικῆς λατρείας τῶν ὑποαναπτύκτων λαῶν τῆς Ἀφρικῆς, τῆς Ἀμερικῆς καί ὅπου γῆς, καί παρίστανται ἀκόμη καί εἰς τάς δαιμονικάς Τελετάς των, καί «εὐλογοῦνται» ἀπό τούς «θεουργούς», ἱερεῖς τε καί ἱέρειες, τοῦ Σατανᾶ, κατά τά παγανιστικά τελετουργικά...!
Διά ποῖον κοινόν «θεόν» ὁμιλοῦν, ὅταν οἱ Παγανιστές αὐτοί εἶναι ΠΑΝΘΕΪΣΤΕΣ, δηλαδή ἐκλαμβάνουν καί λατρεύουν τήν κτιστήν φύσιν ὡς θεόν;
Δέν εἶναι λοιπόν, τό ὀλιγότερον νά εἰποῦμεν, ΘΡΑΣΣΟΣ, ἀγαπητοί ἁγιορεῖτες καί ὄχι μόνον, νά ἀπαιτεῖτε ἀκόμη καί μέ ἀπειλάς καί διωγμούς, νά ἑνωθῶμεν μαζί σας, καί νά βάλλωμεν τό μνημόσυνον; Διά νά προσκυνήσωμεν ποῖον κοινόν «θεόν»;  Μήπως τήν «θεάν» Γαῖαν, ὅπου λατρεύει ὁ «Πράσινος» «πατριάρχης» σας;...
Ἀντί λοιπόν νά τρέξετε καί νά κρυφθῆτε ἀπό προσώπου τῆς γῆς, ἀπό ντροπήν διά τήν ἀδράνειαν καί ἀδιαφορίαν σας, ἐσεῖς συνεχῶς προκαλεῖτε! Συνέλθετε, διότι αὐτή ἡ στάσις σας ἀποτελεῖ ὕβριν διά τό ἁγιώνυμον τοῦτο Ὄρος.
Καί δυστυχῶς αὐτή ἡ κατάστασις, χαρακτηρίζει καί τό σύνολον τῆς «ἐκκλησίας», εἰς τήν ὁποίαν ἀνήκετε.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας  παλαιόθεν εἶχαν μιλήσει προφητικῶς διά τήν Ἐκκλησίαν καί τούς Ποιμένας τῶν ἐσχάτων ἡμερῶν,περιγράφοντες καταστάσεις τάς ὁποίας σαφῶς βιώνωμεν σήμερον.
 «Καταπεφρόνηται τὰ τῶν Πατέρων δόγματα, ἀποστολικαὶ παραδόσεις ἐξουθένηνται (διηγῆται ὀδυρόμενος διά τήν κατάστασιν τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν ἐποχήν του ὁ μέγας Βασίλειος), νεωτέρων ἀνθρώπων ἐφευρέματα ταῖς Ἐκκλησίαις ἐμπολιτεύεται· τεχνολογοῦσι λοιπόν, οὐ θεολογοῦσιν οἱ ἄνθρωποι· ἡ τοῦ κόσμου σοφία τὰ πρωτεῖα φέρεται, παρωσαμένη τὸ καύχημα τοῦ σταυροῦ. Ποιμένες ἀπελαύνονται, ἀντεισάγονται δὲ λύκοι βαρεῖς, διασπῶντες τὸ ποίμνιον τοῦ Χριστοῦ».[3]
 Εἰς τόν καιρόν τῆς μεγάλης Ἀποστασίας, λέγει ὁ ἅγιος Ἱππόλυτος: «Οἱ Γραφές θά καταφρονηθοῦν... Οἱ ποιμένες θά σμπεριφέρονται ὡς λύκοι, οἱ ἱερεῖς θά ἀσπάζονται τό ψεῦδος. Οἱ μοναχοί θά ποθήσουν τά τοῦ κόσμου[4]....
Καί ὁ ἅγιος Νεῖλος ὁ Μυροβλύτης μᾶς λέγει ἐπίσης: «Ὅταν πλησιάσῃ ὁ καιρός τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου, θά σκοτισθῇ ἡ διάνοια τῶν ἀνθρώπων ἀπό τά πάθη τῆς σαρκός καί θά πληθυνθῇ σφόδρα ἡ ἀσέβεια καί ἡ ἀνομία... Οἱ ποιμένες τῶν χριστιανῶν, Ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς, θά εἶναι ἄνδρες καινόδοξοι, μή γνωρίζοντες παντελῶς τήν δεξιάν ὀδόν ἀπό τήν ἀριστεράν... Αἱ ἐκκλησίαι δέ τοῦ Θεοῦ θά στερηθοῦν εὐλαβῶν καί εὐσεβῶν ποιμένων καί ἀλλοίμονον τότε εἰς τούς ἐν τῷ κόσμῳ εὑρισκομένους χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι θά στερηθοῦν τελείως τήν πίστιν, διότι δέν θά βλέπουν ἀπό κανέναν φῶς ἐπιγνώσεως...».[5]
Ὡσαύτως καί ὁ ἀββᾶς Μωϋσῆς προφητεύει: «Ἐν ταῖς ἡμέρες ἐκείναις ... θέλουν προχειρίζεσθαι ἡγούμενοι καί ποιμένες ἄνδρες ἀδόκιμοι ἀρετῆς, ἄπιστοι... μή διακρίνοντες τήν δεξιάν ὁδόν ἐκ τῆς ἀριστερᾶς, ἀμελεῖς, φιλομέριμνοι, τά πρωτεῖα μέ δῶρα ἁρπάζοντες... μή γνωρίζοντες κατηχεῖν καί νουθετεῖν τό ποίμνιον... ἐκ ταύτης δέ ἀμελείας καί καταφρονήσεως τῶν ποιμένων ἀπολοῦνται οἱ ἀδελφοί...».[6]
Ὁ δέ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ἔλεγε, ὅτι: «Οἱ κληρικοί θά γίνουν οἱ χειρότεροι καί ἀσεβέστεροι  ὅλων».[7]
Ἀλλά καί νεώτεροι Πατέρες ὁμίλησαν διά τήν κατάστασιν τῆς Ἐκκλησίας κατά τούς χρόνους αὐτούς. Μεγάλη εἶναι ἰδίως ἡ συμβολή ῥώσσων τινων Πατέρων, ὅπου ἔζησαν εἰς τόν καιρόν τῆς ἀθεϊστικῆς κομμουνιστικῆς καταπιέσεως εἰς τήν Σοβιετικήν Ἕνωσιν. Ἕνας ἐξ αὐτῶν εἶναι καί ὁ μαρτυρικός Γέροντας  Λαυρέντιος τοῦ Chernigov, ὁ ὁποῖος ἐλεγε εἰς τά πνευματικά του τέκνα: «θά ἔλθη καιρός (κατά τάς ἡμέρας τοῦ Ἀντιχρίστου), ὅπου θά ἀνακαινίσουν ἀκόμη καί ταῖς Ἐκκλησίαις... θά χρυσώσουν τούς θόλους καί τά καμπαναριά... (κάτι ὅπου βλέπουμε νά γίνεται σήμερον κυρίως εἰς τήν Ῥωσσίαν). Ὅλες οἱ Ἐκκλησίες θά εἶναι ἀπολύτως μεγαλοπρεπεῖς, ὅπως ποτέ πρίν. Ἀλλά κανείς δέν πρέπει νά πηγαίνῃ εἰς αὐτάς τάς Ἐκκλησίας...
Θά ὑπάρχουν Ἐκκλησίες, ἀλλά οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί δέν πρέπει νά πηγαίνουν εἰς αὐτάς, διότι ἡ ἀναίμακτη Θυσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ δέν θά προσφέρεται ἐκεῖ. Ἀντ’  αὐτοῦ θά γίνονται σατανικαί συναθροίσεις (πρβλ. τάς Διαχριστιανικάς καί Πανθρησκειαστικάς συναρθροίσεις ὅπου γίνωνται καί εἰς «ὀρθοδόξους» δῆθεν Ναούς,  συνοδεύονται ἀπό συμπροσευχάς καί καταλήγουν συνήθως εἰς ψευδοχριστιανικάς λειτουργίας, ἤ καί τελετουργίας Παγανιστικάς).
    Ξανά σᾶς τό ἐπαναλαμβάνω: Κανείς δέν πρέπει νά πηγαίνῃ εἰς ἐκείνας τάς Ἐκκλησίας. Θά εἶναι ἐστερημένες ἐλέους!... ».[8]
Ὁ δέ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης, κατά τήν διάρκειαν ἑνός τρομεροῦ ὁράματος, ὅπου τοῦ ἔδειξεν ὁ ἅγιος Σεραφεῖμ τοῦ Σάρωφ, ἐμβῆκε εἰς μίαν μεγάλην ἐκκλησίαν, εἰς τήν ὁποίαν συνέβησαν φοβερά πράγματα, καί πλήρης δέους ἠρώτησεν τόν ἅγιον Σεραφεῖμ, τί σήμαιναν ὅλα ἐκεῖνα∙ ὁ δέ ἅγιος τοῦ ἀπήντησε: «Αὐτοί εἶναι οἱ κοσμικοί (γηΐνου φρονήματος) ἄνθρωποι, οἱ αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι ἑγκατέλειψαν τήν Ἁγίαν, Καθολικήν, Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν καί ἀνεγνώρισαν τήν πρόσφατον νεωτερίζουσαν ἐκκλησίαν τήν ὁποίαν ο Θεός δέν   ἔχει εὐλογήσει. Εἰς αὐτήν τήν ἐκκλησίαν δέν νηστεύουν, δέν παρακολουθοῦν ἀκολουθίες καί δέν λαμβάνουν τήν Θείαν Κοινωνίαν»![9] Παρά τό γεγονός ὅτι δῆθεν παρακολουθοῦν “ἀκολουθίες”, ἤ τελοῦν τήν “θείαν εὐχαριστίαν”, καί ἔχουν “ἁγία τράπεζα”, “δισκοπότηρα”, “πρόσφορα” κλπ, ὅλα αὐτά  εἶναι λατρεία τοῦ Ἀντιχρίστου!
Η υποκρισία και αποστασία στην οποία θα πέσει μεγάλη μερίδα του Ορθοδόξου κλήρου προφητεύθηκε από τον άγιο επίσκοπο Θεοφάνη τον έγκλειστο: «Αν και το όνομα του Χριστού θα ακούγεται παντού, και παντού θα είναι ορατές εκκλησίες και εκκλησιαστικές ακολουθίες, όλα αυτά θα είναι μόνο εμφάνιση, ενώ μέσα θα επικρατεί αληθινή αποστασία. Σε αυτό το έδαφος θα γεννηθεί ο Αντίχριστος…»11 Για την μεγάλη υποκρισία που θα προωθήσει την θρησκεία του Αντιχρίστου, και τον ίδιο τον Αντίχριστο μιλάει επίσης, ο στάρετς Λαυρέντιος (+1950): «Θάρθει καιρός που θα ανακαινίσουν ακόμη και τις κλειστές εκκλησίες, και θα τις στερεώσουν όχι μόνο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά. Θα χρυσώνουν τους θόλους και τα καμπαναριά. Αλλά όταν αυτός ο καιρός περάσει, θα μπει η εποχή της βασιλείας του Αντιχρίστου. Προσεύχεσθε στον 11 Bishop Theophan, Tolkovanie na Vtoroe Poslanie sv. Apostola Pavla k Soluniam, 2.3-5.

 ἀποστασία εἰς τήν  ὁποίαν ἔχει πέσει ἡ Νεωτερική αὐτή «ἐκκλησία» τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἔχει προφητευθῇ καί ἀπό τόν ἅγιον ἐπίσκοπον Θεοφάνην (ΙΘ΄ αἰών) τόν ἔγκλειστον: «Ἄν καί τό Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ θά ἀκούγεται παντού, καί παντού θά εἶναι ὁρατές ἐκκλησίες καί ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες, ὅλα αὐτά θά εἶναι μόνο ἐμφάνιση, ἐνῷ μέσα θά ἐπικρατῇ ἀληθινή ἀποστασία. Εἰς αὐτό τό ἔδαφος θά γεννηθῇ ὁ Ἀντίχριστος…»[10]
      ἄμεσος ἀπομάκρυνσις τῶν πιστῶν  ἀπό τούς ἀποστάτας τῆς πίστεως καί τάς σατανικάς «ἐκκλησίας» των  δέν εἶναι νεωτέρα τακτική. Πάντοτε οἱ ἅγιοι Πατέρες μας ἐντέλλοντο καί ἐφήρμοζον ταύτην, διά παράδειγμα ὁ ἅγιος Γερμανός ὁ Νέος στεντορίᾳ τῇ φωνῇ προέτρεπε τούς Κυπρίους λαϊκούς «φεύγειν ὅλῳ ποδί ἀπό τῶν ὑποπεσόντων ἱερέων τῇ λατινικῆ ὑποταγῇ καί μηδέ εἰς Ἐκκλησίας τούτοις συνέρχεσθαι, μηδέ εὐλογίαν ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν λαμβάνειν τήν τυχοῦσαν...(ἀκοῦτε θεομπαῑκται ψευδοζηλωταί μετανίζοντες!),  εἰ δέ μή τήν αὐτήν  ὑφέξετε μετ’ αὐτῶν κόλασιν».[11]
 Ἀλλά καί  ὁ τῆς Ἀλεξανδρείας φωστῆρ, μέγας Ἀθανάσιος, ἔλεγε: «ἐάν ὁ ἐπίσκοπος, ἤ ὀ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοί τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς ἀναστρέφωνται (συμπεριφέρονται), χρή (πρέπει)  αὐτούς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γάρ ἐστιν ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἴκον, ἤ μετ’ αὐτούς ἐμβληθῆναι, ὡς μετά Ἄννα καί Καϊάφα εἰς τήν γέενναν τοῦ πυρός».[12]
Καί δέν εἶναι παράδοξον αὐτό, ὅπου ἀναφέρoυν οἱ προαναφερθέντες ἅγιοι, διότι, ὅταν μία ἐκκλησία χάσει τήν Ὀρθόδοξον Ὁμολογίαν της καί μετατραπῇ εἰς αἱρετικήν, τότε, κατά τόν ἅγιον Θεόδωρον τόν Στουδίτην, ὁ ὑπό τῶν αἱρετικῶν βεβηλωθείς ναός, δέν εἶναι πλέον ναός ἅγιος, ἀλλ’ ἕνας οἴκος κοινός, ὅπως ἀκριβῶς λέγει καί ὁ μέγας Βασίλειος, ἀναχωρίσαντος τοῦ ἁγίου Ἀγγέλου (ὅστις διετάχθη νά φυλάττῃ τόν Ναόν κατά τόν Ἐγκαινιασμόν του) διά τήν ἀσέβειαν. Δι’ αὐτό, λέγει, δέν εἶναι εὐπρόσδεκτος εἰς τόν Θεόν, οὔτε ἡ εἰς τόν ναόν αὐτόν τελουμένη «θυσία», καθ’ ὅτι καί ἡ Γραφή λέγει, ὅτι ὁ ὑπό τοῦ ἀσεβοῦς θυσιαζόμενος μόσχος ἐκλαμβάνεται ἀπό τόν Θεόν ὡς σκῦλος!!![13] Ἡ τοιαύτη «λειτουργία», κἄν μυσταγωγεῖται ὀρθοδόξως, ὅμως ἀποτελεῖ ἐμπαιγμόν τῆς πραγματικῆς Ὀρθοδόξου Θείας Λειτουργίας.[14] Εἶναι μία Θεατρική παράστασις!!!
Οἱ ἁγιορεῖτες ἐκεῖνοι ὁσιομάρτυρες, οἱ πιεζόμενοι νά ἐπενεφέρουν τό μνημόσυνον τοῦ αἱρετικοῦ «πατριάρχου» Κων/λεως Ἰωάν. Βέκκου,  ἀπέστειλαν ἐπιστολήν εἰς τόν ἐπίσης λατινόφρονα  Βασιλέα, εἰς τήν ὁποίαν μεταξύ ἄλλων ἔγραφαν: «Εἰ δέ ἁπλῶς ἐν ὁδῷ χαίρειν αὐτῷ κωλυώμεθα λέγειν, εἰ τό εἰσάγειν εἰς οἰκίαν κοινήν εἰργόμεθα,  πῶς οὐκ ἐν οἰκίᾳ, ἀλλ’ ἐν ναῷ Θεοῦ, ἀλλ’ ἐν αὐτοῖς τοῖς ἀδύτοις ἐπί τῆς μυστικῆς καί φρικτῆς τραπέζης τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἀθύτως σφαγιαζομένου... Εἰ γάρ τό ἁπλῶς χαίρειν εἰπεῖν, κοινωνίαν δίδωσι τοῖς ἔργοις τοῖς πονηροῖς, πόσον ἡ διάτορος αὐτοῦ μνημοσύνη καί ταῦτα Αὐτῶν τῶν Θείων μυστηρίων φρικτῶς προκειμένων. Εἰ δέ ὁ αὐτός ἐστιν αὐτοαλήθεια, πῶς ἄν τό μέγα τοῦτο ψεῦδος δέχηται εἰκάζειν εἰκός, τό συνάπτειν αὐτόν ὥς ὀρθόδοξον Πατριάρχην μεταξύ τῶν λοιπῶν ὀρθοδόξων Πατριαχῶν, ἐν καιρῷ φρικτῶν μυστηρίων, σκηνικῶς παίξομεν; Καί πῶς ταῦτα ἀνέξεται ὀρθοδόξου ψυχή, καί οὐκ ἀποστήσεται τῆς κοινωνίας τῶν μνημονευσάντων αὐτίκα, καί ὡς καπηλεύοντας τά θεῖα , τούτους ἠγήσεται; ἄνωθεν γάρ ἡ τοῦ Θεοῦ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία∙ τήν ἐπί τῶν ἀδύτων ἀναφοράν τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως, συγκοινωνίαν τελείαν ἐδέξατο τοῦτο.
Γέγραπται γάρ ἐν τῇ ἐξηγήσει τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅτι ἀναφέρει ὁ ἱερουργῶν τό τοῦ ἀρχιερέως ὄνομα, δεικνύων καί τήν πρό τό ὑπερέχον ὐποταγήν, καί ὅτι κοινωνός ἐστιν αὐτοῦ καί Πίστεως καί τῶν θείων μυστηρίων διάδοχος».
Γράφουν δηλαδή μέ ἁπλά λόγια ὅτι: Ἐάν κωλυώμεθα (ὑπό τῶν Ἱ. Κανόνων καί τῶν ἁγίων Πατέρων) ἀκόμη καί «χαίρειν» νά εἰποῦμε πρός τόν αἱρετικόν «πατριάρχην», ἐάν τόν συναντήσωμεν εἰς τόν δρόμον, ἤ ἐάν  κωλυώμεθα ἀκόμη καί μέσα εἰς μίαν κοινήν οἰκίαν νά τόν ἐμβάλλωμεν, πόσον μᾶλλον δέν  ἐπιτρέπεται εἰς ἡμᾶς  νά τόν εἰσαγάγωμεν εἰς τό Ἱερόν Θυσιαστήριον, διά τῆς Μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματός του εἰς τήν θείαν ἀναφοράν. Ἐάν τό ἁπλό «χαῖρε»  θεωρεῖται κοινωνία μέ τά πονηρά ἔργα αὐτοῦ, πόσον μᾶλλον ἡ μνημόνευσις τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ, καί μάλιστα τήν ὥραν ὅπου τελοῦνται τά θεῖα Μυστήρια!  Ἐφ’ ὅσον ὁ ἐπί τό Θυσιαστήριον Χριστός εἶναι ἡ Αὐτοαλήθεια, πῶς  θά ἠμπορούσαμεν, νά δεχθῶμεν αὐτό τό μέγα ψεῦδος, νά συναριθμήσωμεν αὐτόν ὡς ὀρθόδοξον Πατριάρχην μεταξύ τῶν ὑπολοίπων Ὀρθοδόξων, εἰς καιρόν μάλιστα φρικτῶν μυστηρίων; ΘΕΑΤΡΟΝ ΘΑ ΠΑΙΞΩΜΕΝ; Καί πῶς ἠμπορεῖ, νά τά ἀνεχθῇ ὅλα αὐτά ἡ ψυχή ἑνός Ὀρθοδόξου, χωρίς ἀμέσως νά χωρισθῇ ἀπό τήν κοινωνίαν αὐτῶν ὅπου τόν μνημονεύουν, καί ὡς καπήλους τῶν θείων  πλέον ὅλους αὐτούς νά θεωροῦμε;
Ἔχει γραφεῖ, λέγουν οἱ ὁμολογητές ἁγιορεῖτες Πατέρες,  εἰς τάς ἑρμηνείας τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅτι, ὅταν ὁ ἱερεύς μνημονεύῃ τό ὄνομα τοῦ ἀρχιερέως, δεικνύει μέ αὐτό τήν πρός τόν ὑπερέχοντα ἀρχιερέα ὑποταγήν, μέ αὐτόν ὅτι εἶναι κοινωνικός αὐτοῦ εἰς τήν Πίστιν (δηλαδή ἔχει τήν ἰδίαν πίστιν), καί ὅτι ἔχει τήν διαδοχήν  τῶν ἰδίων Μυστηρίων ἐξ αὐυτοῦ.
 Καί αὐτό τό ἐπιβεβαιώνει καί ὀ ἅγιος Θεόδωρος, ὅστις λέγει:  ὅτι, μολυσμὸν ἔχει ἡ κοινωνία ἐκ μόνου τοῦ ἀναφέρειν͵ κἂν ὀρθόδοξος ὑπάρχει ὁ ἀναφέρων.[15]    Καί αὐτό ἔχει σάν ἀποτέλεσμα, νά ἐκλείπῃθεία Χάρις ἀπό τά «μυστήριά σας», ἐφ’ ὅσον ἀμετανόητοι, καί μέ ἕνα δαιμονικόν θά ἔλεγα πεῖσμα, συνεχίζετε, νά μνημονεύετε τόν παναιρετικόν «πατριάρχην» Βαρθολομαῖον καί ὅλους τούς θιασώτας ἐπισκόπους τῆς ἑνώσεως τῶν θρησκειῶν, ἀδιαφορῶντας παντελῶς διά τόν μολυσμόν, ὅπου ἐπέρχεται ἐξ αὐτῆς τῆς ἐπαράτου μνημονεύσεως.    
Καί εἶναι Ἄχαρα τά «μυστήριά σας», διότι ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει μολυσμός, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξῃ ταυτόχρονα καί ἁγιασμός! Καί ἄν αὐτό γίνεται ἐξαιτίας καί μόνον τῆς μνημονεύσεως, πόσον μᾶλλον, ὅταν ἐπί τοῦ «θυσιαστηρίου» σας, συλλειτουργεῖτε καί μέ αὐτούς τούς Αἱρεσιάρχας!!![16]
   Αὐτό δέ,  ὅπου δέν τελεσιουργεῖται ὑπό τῆς Θ. Χάριτος, εἶναι   καί Ἄκυρον! Ἀλλά τά «μυστήρια» τῶν αἱρετικῶν δέν εἶναι ἁπλῶς ἄκυρα, ἀλλά πηγή μολυσμοῦ, κατά τούς Πατέρας, καί ψυχικοῦ ὀλέθρου, διά ὅσους  τολμήσουν νά πλησιάσουν καί νά μεταλάβουν ἐξ αὐτῶν!
Οἱ ἅγιοι Πατέρες  τήν παρά τῶν αἱρετικῶν κοινωνίαν δέν τήν ὀνομάζουν ἁπλῶς κοινόν ἄρτον, ἀλλά δηλητήριον, ὄχι διότι βλάπτει τό σῶμα, ἀλλά διότι μαυρίζει καί σκοτίζει τήν ψυχήν![17]  Καί αὐτό, διότι τό αἰρετικόν ποτήριον καί ὁ ἄρτος εἶναι τοῦ διαβόλου![18]
 «Οἱ δέ τῆς Ἐκκλησίας ἀποστάντες (λέγει ὁ μέγας Βασίλειος) οὐκέτι ἔσχον τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ’ ἑαυτοῖς, ἐπέλιπε γάρ ἡ μετάδοσις τῷ διακοπῆναι τήν ἀκολουθίαν... οἱ δέ ἀπορραγέντες, λαϊκοί γενόμενοι, οὔτε τοῦ βαπτίζειν, οὔτε τοῦ χειροτονεῖν εἶχον τήν ἐξουσίαν, οὐκέτι δυνάμενοι χάριν Πνεύματος Ἁγίου παρέχειν, ἧς αὐτοί ἐκπεπτώκασιν».[19]
     Ἀκοῦστε λοιπόν, διότι ἐσᾶς ὑπονοεῖ καί πάλιν (ἁγιορεῖτες πατέρες),  ὁ Στουδίτης Θεόδωρος, ἀπευθυνόμενος  εἰς τινα στρατηγόν, ὁ ὁποῖος ἐπιέσθη νά κοινωνήσῃ ἀπό τούς αἱρετικούς: Ὤ τῆς συμφορᾶς!... Ἄς γνωρίζουν λοιπόν αὐτοί, ὅπου μέ βίαν σέρνουν πρός τήν ἰδικήν τους κοινωνίαν αὐτούς, ὅπου δέν θέλουν νά προσέλθουν, κατά τήν εἰδωλολατρικήν συνήθειαν. Ὅτι δέν παρέχουν εἰς τούς βιαίως προσερχομένους τό ἐθελόθυτον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά τό ἐναντίον, κάποιο ἄλλο, ὡσάν τάς σπονδάς  ὅπου ἀκουσίως ἐθυσιάζαν εἰς τάς θυσίας οἱ εἰδωλολάτρες, ὅπου ἤρεσαν εἰς τούς δαίμονας!
Καί ὁ λόγος αὐτός εἶναι ἀληθινός καί ἡ ἀπόδειξις φανερή, ἀλλά οὐδείς ἀκούει!!![20]
        Καί ἀλλοῦ ὁ αὐτός: Ἡ κοινωνία λέγει εἶναι μετοχή∙ καί ποῖος, ὅστις ἔχει σῶας τάς φρένας του, δέν θά ἔλεγε τήν μετοχήν μετάληψιν; Ὅπως λοιπόν ὁ Θεῖος Ἄρτος, ὅπου μετέχεται ἀπό τούς ὀρθδόξους, κάνει ὄλους τούς μετέχοντας ἔνα Σῶμα, ἔτσι καί ὁ αἱρετικός ἄρτος ἐνεργεῖ εἰς  αὐτούς, ὅπου τόν λαμβάνουν, καί τούς ποιεῖ ἕνα σῶμα ἀντίθετον τοῦ Χριστοῦ.
  Ἄς πάψῃ λοιπόν νά καινολογῇ ὁ κάθε καινολόγος.[21]
  Ἀλλά καί ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης ὡσάν καταπέλτης ἐκτοξεύει ἐκ τοῦ θείου στόματός του  ἐναντίον σας τά ἑξῆς  ἐμπεπλησμένα θείου πυρός λόγια: «Τί λέγεις λοιπόν; θά ἠμποροῦσε νά ἐρωτήσῃ. Δέν πρέπει νά παιδεύωνται οἱ ἱερεῖς, ὅπου ἀσεβοῦν, ἤ διαπράττουν κάτι τό ἄτοπον, καί μόνον αὐτοί, ὅπου καυχῶνται διά τόν νόμον, ἠμποροῦν νά ἀτιμάζουν τόν Θεόν διά τῆς παραβάσεως τοῦ νόμου; Καί πῶς τότε ἠμποροῦν οἱ ἱερεῖς, νά εἶναι ἑρμηνευταί τοῦ Θεοῦ; Πῶς ἠμποροῦν, νά ἐξαγγείλουν εἰς τόν λαόν τάς θείας ἀρετάς, χωρίς νά γνωρίζουν τήν δύναμίν τους;πῶς ἠμποροῦν νά μεταδώσουν τό θεῖον Πνεῦμα, ἄν δέν ἔχουν πιστεύσει, εἴτε κατά διάθεσιν, εἴτε κατά ἀλήθειαν ὅτι ὑπάρχει Πνεῦμα ἅγιον;
Ἐγώ θά σοῦ ἀπαντήσω εἰς ὅλα αὐτά... Δέν εἶναι ἱερεύς αὐτός, ὄχι∙ εἶναι ἐχθρός, ἀπατεών, ἐμπαίκτης ἑαυτοῦ, λύκος μέ δέρμα προβάτων ὡπλισμένος ἐναντίον τοῦ θείου λαοῦ».[22]
Καί ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης μᾶς λέγει ἐπίσης: «Βλασφημοῦσιν ἄρα οἱ καινοτόμοι καί πόρρῳ τοῦ Πνεύματος εἰσι, βλασφημοῦντες κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί οὐκ ἐν αὐτοῖς ὅλως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον διό καί τά αὐτῶν (μυστήρια)  ἀχαρίτωτα, ὡς τήν χάριν τοῦ Πνεύματος ἀθετούντων καί ὑποβιβαζόντων αὐτό... διό καί τό Πνεῦμα οὐκ ἐν αὐτοῖς καί καινά πάντα καί ἐξηλλαγμένα τά ἐν αὐτοῖς καί παρά τήν θείαν παράδοσιν».
 Τό «Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ»,[23] καί, ἀπ’ ὅτι γνωρίζομεν, τούς κακόφρονας, ἔστω καί κρυψίνοας, τούς ἀποστρέφεται, διότι δέν ἠμπορεῖ νά συνυπάρξῃ μέσα εἰς τό ἴδιον δοχεῖον ἕνα πολύτιμον ἄρωμα μαζί μέ μίαν ἄλλην βρωμεράν ὕλην∙ ἔτσι καί εἰς ἕναν ἄνθρωπον δέν μπορεῖ νά συγκατοικήσῃ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέ τό πνεῦμα τοῦ Πύθωνος!!! Δέν γίνεται, τό μέν νά φωτίζει καί νά καθαρίζει τόν ἄνθρωπον , τό δέ νά τόν σκοτίζει καί νά τόν μολύνῃ  τήν ἰδίαν στιγμήν!
   Καί δέν εἶμαι ὁ μόνος, ὅπου τά λέγει αὐτά, ἀλλά οὔτε καί αὐτός, ὅπου τά εἶπε πρῶτος, καί ἐλπίζω οὔτε ὁ τελευταῖος, διά νά κατηγορηθῶ, καθώς ὅλα αὐτά εἶναι  Πίστις καί τό φρόνημα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας∙ ἐάν λοιπόν δέν σᾶς ἀρέσουν, κατηγορεῖστε καλύτερα τούς Πατέρας, διότι αὐτοί εἶναι, ὅπου εἶπαν, ὅτι: «Τό γάρ κοινωνεῖν  παρά αἱρετικοῦ ἤ προφανοῦς διαβεβλημένου κατά τόν βίον, ἀλλοτριοῖ Θεοῦ, καί προσοικειοῖ τῷ διαβόλῳ»[24]. Καί πάλιν: «διαβεβλημένοι δ’ εἶεν πάντως (εἶναι ὅλοι) καί οἱ τούτῳ συλλειτουργοῦντες»[25] (εἰς τήν παροῦσαν περίπτωσιν μέ τόν Βαρθολομαῖον). Καί αὐτοί οἱ διαβεβλημένοι εἶσθε ἐσεῖς! Καί αὐτή ἡ κοινωνία σᾶς καθιστᾷ ΕΧΘΡΟΥΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, καθώς καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος, «ἐχθρούς τοῦ Θεοῦ,... οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας, μεγάλη καί πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο».[26] Ὅ,τι εἶναι ὁ «πατριάρχης» τό ἴδιο εἶσθε καί ἐσεῖς, ἐφ’ ὅσον ἀρνῆσθε νά ἀποκοπῆτε ἀπό τό «σῶμα» τῆς κακοδόξου ψευδοεκκλησίας τοῦ «πατριάρχου» σας. Εἶσθε τό ἴδιο ΣΩΜΑ, κατ’ ἐπέκτασιν καί μέ τούς Λατίνους, τούς Προτεστάντας, τούς Ἀγγλικανούς, τούς Πεντηκοστιανούς, τούς Κόπτας,... ἀλλά καί τάς ὑπολοίπους ἀνά τόν κόσμον ἰσοτίμους θρησκείας (συμφώνως τῇ θεωρίᾳ τῶν κλάδων) , μέ τόν ἴδιον... ΚΟΙΝΟΝ  «ΘΕΟΝ»!

Ἐκ τοῦ Περιοδικοῦ «Ἅγιος Ἀγαθάγγελος Ἐσφιγμενίτης» παραθέτουμε ἕνα ἄρθρον  σχετικόν μέ τάς Οἰκουμενιστικάς ἰδέας, ὅπου ἔχουν τινές ἐκ τῶν σημερινῶν μνημονευόντων ἁγιορειτῶν πατέρων, περί τῆς συμμετοχῆς πάντων τῶν ἀνθρώπων (αἱρετικῶν καί ἀλλοθρήσκων) εἰς τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας: 
   
                                        Τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί οἱ αἱρετικοί

   Ὅλως περιέργως ἀκούονται ἐσχάτως ἐκ χειλέων τινῶν Πατέρων (Μνημονευόντων Ἁγιορειτῶν), γνωστῶν διά τάς συντηρητικάς θέσεις  των (!!!) ἔναντι τοῦ ἐπαράτου Οἰκουμενισμοῦ, θεωρίαι, αἵτινες προκαλοῦν ἄλγος εἰς τάς καρδίας ἡμῶν. Δέν θά ἀναφερθῶμεν εἰς συγκεκριμένα πρόσωπα, ἵνα μή ἐκθέσωμεν αὐτούς περαιτέρω.
   Μᾶς λέγουν λοιπόν οὗτοι: «Κατά τήν κοινήν Ἀνάστασιν ἅπας ὁ κόσμος καί αἱ φυλαί τῆς γῆς, ἀνεξαρτήτου δόγματος καί θρησκείας θά γίνουν ἕν σῶμα μετά τοῦ ἐν οὐρανοῖς Ἰησοῦ Χριστοῦ∙ οὗτοι δέ θά εὐφραίνωνται, ἐάν μέν εἶναι ὀρθόδοξοι, θά κολάζονται, ἐάν τυγχάνουν ἑτερόδοξοι ἤ ἀλλόπιστοι»!!!
   Ἡ θεωρία ὅμως αὕτη ἀποτελεῖ ὑπέρβασιν τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας, διεισδύουσα εἰς τόπους ἀνύδρους καί ἀνίκμους, εἰς οὕς ἀναπαύεται ὁ στεῖρος Οἰκουμενισμός! Τό πλέον ὅμως φοβερόν εὑρίσκεται εἰς τό γεγονός ὅτι ἐπικαλοῦνται κατά κόρον δῆθεν  ὡς ὁμόφρονά των καί κήρυκα τῶν ἀνωτέρω δοξασιῶν τόν ἅγιον Γρηγόριον τόν Παλαμᾶν!!!
Ἀλλ’   ἡμεῖς ἀνατρέξαμεν εἰς τά θεόπνευστα συγγράμματα τοῦ ἐν λόγῳ ἁγίου Πατρός καί εὑρήκαμεν διδασκαλίας ἄκρως ἀντιθέτους  μέ αὐτάς, ὅπου τοῦ ἀποδίδουν. Οὕτω δέ ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἰς τόν Ε΄ Ἀντιρρητικόν (κεφ. 21) κατά τοῦ Βαρλααμίτου μοναχοῦ Γρηγορίου Ἀκινδύνου σαφέστατα καταρρίπτει τάς κακοδόξους αὐτοῦ δοξασίας, αἵτινες ὡδήγουν εἰς παρομοίους στοχασμούς καί συμπεράσματα περί ἑνός σώματος ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος καί ὄχι μόνον....
   Ἄς τόν ἀκούσωμεν: «Ἄν λοιπόν ἔτσι εἶναι αὐτά, κι’ ἐκεῖνα ἀνήκουν εἰς τά πνευματικά χαρίσματα, ὅλον τό ἀνθρώπινον γένος κατά τόν Ἀκίνδυνον, οὐχί μόνον οἱ σημερινοί, ἀλλά καί ὅλοι ὅσοι ἐφύτρωσαν ἀπό τόν Ἀδάμ, πονηροί καί ἀγαθοί, εὐσεβεῖς καί δυσσεβεῖς, εἶναι ἕνα σῶμα, καί μάλιστα τοῦ Χριστοῦ, μᾶλλον δέ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός κατά τήν φωνήν τοῦ Παύλου. Ἑπομένως ὅλοι «ἕν Πνεῦμα ἐποτίσθησαν», καί οὕτω δέν εἶναι μόνον ἕν σῶμα, ἀλλά καί ἕν Πνεῦμα, καί μάλιστα μαζί μέ τόν Κύριον, ἐπειδή «ὁ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἕν πνεῦμα ἐστι»[27]. Ἐπί πλέον οἱ μή βαπτισθέντες ἔλυσαν τάς ἰδίας ἱεράς ὠδίνας μετά τῶν εἰς Χριστόν βαπτισαμένων καί οὕτως ἔχουν τήν ἰδίαν ἀξίαν καί ἀλλήλων ὑπάρχουν μέλη καί πάντες ἔχουν μίαν κεφαλήν, τόν Χριστόν, ὄχι ὀλιγώτερον ἀπό τόν Παῦλον καί τόν Πέτρον καί τούς ὁμοίους των, καί ἑπομένως θά συνδοξασθοῦν μετ’ αὐτῶν καί θά συνευρανθοῦν τώρα καί εἰς τόν μέλλοντα αἰῶνα∙ « εἴτε γάρ» λέγει, «δοξάζεται ἕν μέλος, συγχαίρει πάντα τά μέλη»[28].
   Μᾶλλον δέ, ἐπειδή δέν συμβαίνει τοῦτο μόνον, ἀλλά συμπάσχουν πάντα τά μέλη, ὅπου πάσχει κάποιο μέλος τοῦ σώματος, ἐκεῖ θά ἀνατραποῦν ὅλα ἀπό τήν ἀλληλεπίδρασίν των.Ἔφ’ ὅσον οἱ δυσσεβεῖς θά κακοπαθοῦν καί θά τιμωροῦνται, δέν θά ἠμποροῦν οἱ εὐσεβεῖς νά εὐημεροῦν καί νά μετέχουν τῆς ἀνέσεως, διά τήν πρός τά μέλη τοῦ ἑνός σώματος συμπάθειαν∙ ἐφ’ ὅσον δέ, οἱ εὐσεβεῖς θά εὐτυχοῦν καί θά ἀγάλλωνται, δέν θά ἠμποροῦν οἱ ἀσεβεῖς νά στενοχωροῦνται καί νά δυστυχοῦν, διά τήν πρός τό ἕνα σῶμα κοινωνίαν».[29]
    Καί παρακατιών: «Δηλαδή τά μέλη τῆς κατ’ αὐτόν ἐκκλησίας συμπεριλαμβάνονται καί οὗτοι, καί εἶναι συνδεδεμένοι μεταξύ των ἀληθῶς, αὐτοί τε καί αὐτός καί ὅσοι εἶναι σύμφωνοι μέ αὐτόν, ἐπειδή πάντες αὐτοί μετέχουν τῶν ὁμοταγῶν χαρισμάτων...».[30] Καί περαίνων ὁ ἅγιος τόν λόγον του  λέγει: «Ἄρα λοιπόν, δέν εἶναι προϊόν τῆς διεφθαρμένης διανοίας τοῦ Ἀκινδύνου, ὅπου ὅλα τά συμφύρει καί τά συγχέει, καί πάντα θεσμόν Θεῖον ἀθετεῖ καί πᾶν σχεδόν εἶδος εὐσεβείας ἀναιρεῖ καί πᾶσαν εἰσφέρει δυσσέβειαν, καί παρέχει κάποιαν ἀναβίωσιν τῶν Σαβελλίων καί τῶν Ἀρείων καί τῶν Μακεδονίων, καί τοῖς πρό τούτων καί μετά τούτων κακοδόξων; Τοῦτο νομίζω ἔχει γίνει ἤδη κατάδηλον διά πολλῶν τρόπων».[31]
   Μέ πλήρη δέ σαφήνειαν ἀναφέρεται ἐπίσης καί εἰς τήν ἱεράν Ἀποκάλυψιν τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, εἰς τό κεφάλαιον ΚΑ΄, τό ἀσύγχυτον καί ἀσυνάυλιστον μεταξύ εὐσεβῶν καί δυσσεβῶν εἰς τήν Οὐράνιον Βασιλείαν, καί οὐχί μόνον τοῦτο, ἀλλά καί ἡ πλήρης ἀποβολή τῶν δευτέρων ἐξ αὐτῆς, ὡς διά τῶν παρακάτω λόγων φανεροῦται: « Καί οὐ μή εἰσέλθῃ εἰς αὐτήν (σ.σ. Εἰς τήν Οὐράνιον πόλιν) πᾶν κοινόν καί ποιοῦν βδέλυγμα καί ψεῦδος, εἰ μή οἱ γεγραμμένοι ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου» (στιχ. 27).
                                                                        
   Σύμφωνα μέ τούς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, πάντες οἱ ἄνθρωποι εὐσεβεῖς τε καί ἀσεβεῖς, θά μετέχουν εἰς τήν μέλλουσα ζωήν τῆς Ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, (ἡ ὁποία εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός),  κατά διττόν ὅμως τρόπον. Οἱ μέν εὐσεβεῖς θά γεύονται τήν ἄκτιστον Θείαν Ἐνέργειαν καί Χάριν ὡς Φῶς ἁγιάζον καί θά μετέχουν ταύτης εὐφραινόμενοι καί παντιτινά φωτιζόμενοι,  οἱ δέ ἀσεβεῖς (αἱρετικοί καί ἀλλόπιστοι) θά δέχονται ταύτην ὡς πῦρ κατακαῖον καί βασανίζον αὐτούς αἰωνίως. Ἐπίσης οἱ πιστοί (καί αὐτοί μόνον) θά εἶναι ἡνωμένοι μέ τόν Χριστόν εἰς ἕνα σῶμα, ὡς καί ἐν τῇ παρούσῃ ζωῇ  ἐπιτυγχάνουν τοῦτο διά τῆς ἀξίας Μεταλήψεως τοῦ Τιμίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Κ.Η.Ι.Χ., διότι πᾶς ἀναξίως μεταλαμβάνων, εἴτε ὡς ἁμαρτωλός, εἴτε (ὡς ἐνίοτε συμβαίνει) ὡς αἱρετικός, πρός κατάκρισίν του μεταλαμβάνει. «Μή δῶτε τό ἅγιον τοῖς κυσί∙ μηδέ βάλητε τούς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων...»[32].  «Ὁ γάρ ἐσθίων καί πίνων άναξίως, κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει, μή διακρίνων τό σῶμα Κυρίου»[33].
   Διό καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός εἰς τό ἔργον ‘‘Ἔκδοσις Περί τῆς Ἀκριβοῦς Ὀρθ. Πίστεως’’, ἀναφέρει τά ἐξῆς σημαντικά : «Ἐπεί γάρ ἐξ ἑνός ἄρτου μεταλαμβάνομεν, οἱ πάντες ἕν σῶμα Χριστοῦ καί ἕν αἷμα καί ἀλλήλων μέλη γινόμεθα, σύσσωμοι Χριστοῦ χρηματίζοντες. Πάσῃ δυνάμει τοίνυν φυλαξώμεθα, μή λαμβάνειν μετάληψιν αἱρετικῶν, μήτε διδόναι..., ἵνα μή μέτοχοι τῆς κακοδοξίας καί τῆς αὐτῶν γενώμεθα κατακρίσεως. Εἰ γάρ πάντων ἕνωσίς ἐστι πρός Χριστόν καί πρός ἀλλήλους, πάντως καί πᾶσι τοῖς συμμεταλαμβάνουσιν ἡμῖν κατά προαίρεσιν ἑνούμεθα∙ ἐκ προαιρέσεως γάρ ἡ ἕνωσις αὕτη γίνεται , οὐ χωρίς τῆς ἡμῶν γνώμης. «Πάντες γάρ  ἕν σῶμα ἐσμέν, ὅτι ἐκ τοῦ ἑνός ἄρτου μεταλαμβάνομεν»[34], καθώς φησιν ὁ Θεῖος ἀπόστολος».[35]
   Ἐφ’ ὅσον ὁ ἅγιος Δαμασκηνός, ὡς ὁ κατ’ ἐξοχήν δογματολόγος τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐφιστᾷ τήν προσοχήν εἰς τούς πιστούς, ἵνα μή μεταλαμβάνωσιν ἀπό τήν ἰδίαν μέ τούς αἱρετικούς κοινωνίαν, διότι οὕτως συγκατακρίνονται μετ’ αὐτῶν, ὡς ἕν σῶμα γινόμενοι, πόσον μᾶλλον τοιαύτη κοινωνία καί ἕνωσις εἶναι ἀπόβλητος καί κατάκριτος, καί ὡς ἐκ τούτου ἀδύνατος νά συμβῇ εἰς τήν μέλλουσα ζωήν;

           Ἐκ τοῦ περιοδικοῦ «Ἅγιος Ἀγαθάγγελος».




       


                                   Μοναχισμός καί Αἵρεσις εἰς τά ἔσχατα


Θά περίμενε κανείς, ὅτι εἰς τούς πονηρούς αὐτούς καιρούς,  ὅπου διανύομεν, τό ἀντίπαλος δέος τῆς Νέας Τάξεως Πραγμάτων καί ὅλων τῶν κακῶν, ὅπου σέρνει ὀπίσω της, θά ἦταν ἡ λεγομένη «ῥαχοκοκαλιά» τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁ Μοναχισμός!
Δυστυχῶς ὅμως ἡ Ἐκκλησία ἐβρέθη «ἀσπόνδυλος», καθώς ὅλο αὐτό τό χρυσοῦν περικάλυμα, μέ τό ὁποῖον ἐπροβάλετο καί ἐνεφανίζετο τό μοναχικόν Τάγμα, ἐνέκρυβε ὑποκάτω του χαλκόν ἠχοῦντα καί κύμβαλα  ἀλαλάζοντα![36]
Οἱ περισσότεροι Ἡγούμενοι, ἀλλά καί ἁπλοί μοναχοί τῶν Μοναστηρίων, ἀντί νά μιμηθοῦν τούς προκατόχους τους, οἱ ὁποῖοι εὐθαρσῶς καί μέ αὐτοθυσίαν ἤλεγχαν πᾶσαν καινοτομίαν καί νεωτερισμόν εἰς τόν χῶρον τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔχουν  συμμαχήσει πλέον μέ τό κακόν. Δέν τό πολεμοῦν, δέν τό ἐλέγχουν, σιωποῦν, ἀφήνοντες αὐτό νά αὐξάνεται καί νά κατακλύζει τά πάντα.  Τρυφή καί  χαρά τους  εἶναι οἱ κολακίες, οἱ ἔπαινοι,[37]συναναστροφή μέ κοσμικούς (κυρίως μέ ἐπισήμους καί ἐπωνύμους ἀνθρώπους), οἱ πλούσιες τράπεζες, (ὄχι μόνον εἰς τάς διαφόρους Πανηγύρεις, ἀλλά  ὅπου καί ὡς ἔτυχεν), ἡ μέριμνα καί ὁ περισπασμός. Κύρια μέριμνά τους εἶναι ἡ αὔξησις τῶν Συνοδειῶν τους μέ νέα μέλη καί ἡ αὔξησις τῶν ὑποστατικῶν τῶν Μονῶν καί τῶν Κελλίων τους, δηλαδή τῶν περιουσιακῶν τους  στοιχείων.
Ἀββᾶς Μωϋσῆς προφητεύων τήν σημερινήν κατάστασιν τοῦ μοναχισμοῦ πρίν ἀπό πάρα πολλούς αἰῶνας ἔλεγεν: «Εἰς τάς ὑστερινάς ἡμέρας τοῦ ἑβδόμου Αἰῶνος ἡ Μοναδική Πολιτεία θέλει ἀμεληθῆ τελείως καί μέλλει καταφρονεθῇ τόσον ἡ ψυχική σωτηρία ἀπό τούς μοναχούς ὥστε οἰ Ἀδελφοί νά περιέρχωνται ἀνά μέσων τῶν θορύβων καί τῶν ταραχῶν... διότι ἐκεῖθεν, ὅπου ἐκαύθη ὁ Σατανᾶς παρά τῶν ἀρχαίων Ἀγωνιστῶν, ἐκεῖθεν ἔχει καί αὐτός νά νικήσῃ τούς  ἀμελεῖς καταφρονητάς Μοναχούς... Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις θέλει εἶσθαι μῖσος, φθόνος, φιλονικεῖαι καί μάχαι εἰς τά Κοινόβια μέχρι φόνων, ὡσαύτως καί ἐν ταῖς Λαύραις ταῑς  ἰδιορύθμοις...»
Ὡσαύτως καί ὁ στάρετς Ἀμβρόσιος τῆς  Ὄπτινα (1812-1891) γράφει: «...Εἰς τάς ἐσχάτους ἡμέρας θά ἔλθουν σκληροί καιροί. Καί καθώς ὁ Ἀπόστολος λέγει, νά εἶσθε προσεκτικοί, διότι ἀπό τήν πτώχευσιν εἰς τήν ἀρετήν, αἱρέσεις καί σχίσματα θά ἐμφανισθοῦν εἰς τάς Ἐκκλησίας. Καί καθώς προεῑπαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, τότε εἰς τούς θρόνους τῶν Ἱεραρχῶν καί εἰς τά Μοναστήρια δέν θά μποροῦν νά βρεθοῦν ἄνθρωποι, ὅπου νά εἶναι δοκιμασμένοι καί πεπειραμένοι εἰς τήν πνευματικήν ζωήν. Δι’ αὐτόν τόν λόγον θά διαδοθοῦν  παντοῦ αἰρέσεις, καί  θά πλανήσουν πολλούς. Ὁ ἐχθρός τοῦ ἀνθρωπίνου γένους θά δρᾷ ἐπιδέξια, καί ἄν εἶναι δυνατόν θά ὁδηγήσῃ τούς ἐκλεκτούς εἰς τήν αἵρεσιν...». Καί πάλιν εἰς  ἐπιστολήν του πρός ἕνα πνευματικόν του τέκνον ἔγραφε τά ἑξῆς: «...Οἱ μονάζοντες θά καταπιέζονται μεγάλως ἀπό τούς αἱρετικούς καί ὁ μοναχικός βίος θά περοφρονῆται. Τά Μοναστήρια θά λιγοστεύσουν, ὁ ἀριθμός τῶν μοναχῶν θά μειωθῇ καί αὐτοί, ὅπου θά μείνουν, θά ὑποφέρουν ποικίλους ἐκβιασμούς. Αὐτοί οἱ ἐχθροί τοῦ μοναχικοῦ βίου τέλος πάντων ἔχοντες ἐμφάνισιν μόνον εὐσεβείας θά προσπαθοῦν νά ἑλκύουν τούς μοναχούς μέ τό μέρος τους, ὑποσχόμενοι εἰς αὐτούς προστασία καί γήϊνα ἀγαθά, κακοποιοῦντες τούς ἀντιτιθεμένους εἰς αὐτούς μέ διώξεις. Αὐτές οἱ κακοποιήσεις θά προξενοῦν μεγάλη ἀπόγνωσιν εἰς τούς ὀλιγοπίστους... Ὅμως ἀλλοίμονον εἰς τούς Μοναχούς εἰς τάς ἡμέρας αὐτάς, ὅπου θά εἶναι δεμένοι μέ ὑπάρχοντα καί πλούτη, οἱ ὁποῖοι ἕνεκα τῆς ἀγάπης τῆς «εἰρήνης» θά εἶναι ἕτοιμοι νά ὑποταχθοῦν εἰς τούς αἱρετικούς. Αὐτοί θά ἀποκοιμίζουν τήν συνείδησίν τους, μέ τό νά λένε «ἐμεῖς συντηροῦμε καί σώζουμε τό Μοναστήρι, καί ὁ Κύριος θά μᾶς συγχωρήσῃ». Οἱ ταλαίπωροι καί τυφλοί δέν ἀντιλαμβάνονται, ὅτι διά μέσου τῆς αἱρέσεως οἱ δαίμονες θά εἰσέρχονται εἰς τό Μοναστήρι, τό ὁποῖον δέν θά εἶναι πλέον τότε  ἅγιον Μοναστήρι, ἀλλά γυμνοί τοῖχοι, ἀπ’  ὅπου ἡ Χάρις θά ἀποχωρῇ».[38]
Δυστυχῶς σήμερον, οἱ Μοναχοί ἠμέλησαν τόν σκοπόν καί τό ἔργον τους, ὅπου εἶναι τό: «μηδέ τό τυχόν ἀνέχεσθαι καινοτομεῖσθαι τό εὐαγγέλιον», καί ἔτσι γίνονται τό κακόν ὑπόδειγμα εἰς τούς λαϊκούς, ὥστε νά προστίθηνται οὗτοι εἰς τήν αἵρεσιν, διά τῆς αἱρετικῆς συγκοινωνίας, διά τήν ὁποίαν καί θά δώσουν λόγον[39]
Καί πῶς λοιπόν οἱ Μοναχοί, ἐάν πρῶτον δέν θεωρήσουν τά Μοναστήρια τους  καί ὅλα τά περί αὐτῶν  ὡς σκύβαλα, δήλαδή ἐντελῶς ἄχρηστα, θά ἠμπορέσουν καί αὐτοί νά δώσουν τό καλόν παράδειγμα εἰς τούς λαϊκούς, ὥστε νά καταφρονήσουν τάς γυναίκας, τά τέκνα τους, καί ὅ,τι ἄλλο;[40] Ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται ὅμως οἱ σημερινοί μοναχοί προτιμοῦν, ὄχι τήν κακοπάθειαν ὑπέρ τοῦ ἀγαθοῦ, ἀλλά τήν ἐδῶ καλοπέρασιν. Καί ποῦ εἶναι, ἀγαπητοί ἁγιορεῖτες (κυρίως) Μοναχοί, τό Γραφικόν: «ἐλάλουν ἐναντίον βασιλέων, καί οὐκ ᾐσχυνόμην»[41]; Ποῦ εἶναι τό «Ἰδού τά χείλη μου οὐ μή κωλύσω»[42]. Κύριε, ἐσύ γνωρίζεις, ποῦ εἶναι ἡ δόξα τοῦ Μοναχικοῦ Τάγματος; Πῶς τότε οἱ Σάββας καί Θεοδόσιος, ἐκεῖνον τόν καιρόν θερμῶς πολέμησαν ὑπέρ τῆς πίστεως ἐναντίον τοῦ δυσσεβοῦς βασιλέως Ἀναστασίου, καί τόν ὁποῖον ἀνεθεμάτισαν μαζί μέ ὅλους τούς κακοδόξους; Καί προτίμησαν τόν θάνατον ἀπό τό μετακινήσουν κάτι ἀπό τήν πίστιν;[43]
Δι’ αὐτό καί ὁ θεῖος Θεόδωρος  πλήρης ζήλου ἐνθέου ἔγραφε εἰς τινά σύγχρονόν του Ἡγούμενον: Βλέπω ὅλους ἐσᾶς, ὅπου μέ προδοσίαν κατέχετε τά Μοναστήρια καί ὅλους αὐτούς ὅπου σᾶς ἀκολουθοῦν... τί ἔπραξαν αὐτοί, ὅπου ἔχουν ἡγουμενεύσῃ τῶν Μοναστηρίων ἀπό παλαιά καί εἴχαν διωχθῇ διά τόν Χριστόν μαζί μέ ἐμᾶς;... Ὥστε, ἐάν θέλῃς ἀδελφέ (λέγει ἀπευθυνόμενος πρός τόν Ἡγούμενον τῆς Μονῆς), νά ταχθῇς μαζί μέ ἐμᾶς, τότε θά πρέπει να παραιτηθῇς τῆς κατοχῆς τοῦ μοναστηρίου σου, καθώς καί τό εἶχες ὐποσχεθεῖ.[44] Καί εἰς ἄλλον Ἡγούμενον ἀπευθυνόμενος ὁ ἅγιος  ἔγραφε περί τοῦ αὐτοῦ θέματος  λέγων τά ἑξῆς φοβερά, οἱ ὁποῖοι ἁρμόζουν ἀρίστως καί εἰς τούς σημερινούς Ἡγουμενους, ὅπου ἀπό Ὁδηγοί λογικῶν ψυχῶν, ἔφθασαν νά γίνουν συντηρηταί κειμηλίων καί ξεναγοί ἀρχαιοτήτων! Συγνώμη, τοῦ λέγει, «ἐσυλήθης!,  ἅγιε, καὶ μή μοι φυλάττεσθαι τὰς οἰκείας ἐκκλησίας λέγε καὶ σώας τὰς ἱστορίας μένειν τήν τε ἀναφορὰν τοῦ ἁγιωτάτου ἡμῶν πατριάρχου· τοῦτο γὰρ καὶ ἄλλοι ἀπαχθέντες φιλολογοῦσιν».[45]        
Ἔγραφε δέ καί εἰς τινά Ἡγούμενον Θεόφιλον παρομοίως: Ὤ τῆς πωρώσεως! ὤ τῆς Θεομαχίας! Τήν ὥραν, καθ’ ἥν πολύ πλῆθος διώκεται καί ὑποφέρει ἀπό τά δεινά τῆς αἱρέσεως, ἐσύ, τοῦ λέγει, ὦ τρισάθλιε, ἔχεις κυριευθῇ ἀπό τήν ψυχοφθόρον κοινωνίαν τῆς αἱρέσεως ὅτι καί μένεις εἰς  ὀλετήριον, καί ὄχι εἰς Μοναστήριον, καί λέγεις, ὅλα ἔχουν καλῶς!!! Καί περιγελᾶς ἰουδαϊκῶς αὐτούς τούς διωκομένους, ἤ μάλλον τόν Χριστόν, διά τόν Ὁποῖον καί παθαίνουν ὅλα αὐτά. Ποῖον Ναόν λέγεις ὅτι θά περισώσῃς, ἄφοῦ ἐμίανας τόν ἑαυτόν σου ὅστις εἶναι ναός τοῦ Θεοῦ; Ποίους ἀδελφούς θά διαφυλάξῃς, ὅπου τούς διέφθειρες μέ τήν ὀλεθρίαν κοινωνίαν τῆς αἱρέσεως, κἄν καί μόνον μέ τά φαγητά; Εἶσαι σκάνδαλον τοῦ κόσμου, ὑπόδειγμα ἀρνήσεως, προτροπή πρός τήν ἀπώλειαν, σάρκα καί ὄχι πνεῦμα, σκοτιστής καί ὄχι φωτιστής. Ὅλα αὐτἀ τά φωνάζει ἡ ἀλήθεια πρός αὐτούς, ὅπου ἀσεβοῦν μέ αὐτόν τόν τρόπον∙ τούς ὁποίους, ἐάν δέν μετανοήσουν, διά τό ὅ,τι ἐπιλέγουν  κατ’ αὐτόν τόν τρόπον τήν ἀθεΐαν, Χριστιανούς δέν πρέπει νά τούς θεωροῦμε.[46]
        Εἰς ἄλλόν δέ Ἡγούμενον ἔγραφε: ...καί πάλιν τό ὐπενθυμίζομεν μέ ἱκεσίαν, ὅτι  χάριν τῶν Μοναστηρίων, τῶν ἀμπελώνων, τῶν ἐλαιώνων, τῶν συκεώνων κ. ἄ., τά ὁποία καί ἐμεῖς μετά ἀπό ὀλίγον θά ἐγκαταλείψωμεν, ὅπως καί οἱ πατέρες μας τά ἐγκατέλειψαν μαζί μέ αὐτόν τόν κόσμον, μή προδίδουμε τήν ἀκρίβειαν τοῦ Μοναχικοῦ ἐπαγγέλματος καί μολυνόμαστε μέ τήν ἑτερόδοξον  κοινωνίαν, ἐπειδή βλέπομεν τριγύρω μας τά στραβά παραδείγματα.[47]
     Ὁ ἅγιος, Θεόδωρος λοιπόν, ὅπως βλέπουμε, δέν ἐδίσταζε, νά παρωτρύνῃ ἀκόμη  καί τήν φυγήν τῶν Μοναχῶν, ἀκόμη καί τῶν Ἡγουμένων, ἀπό τά Μοναστήρια, ὅπου εἶχαν κοινωνίαν μέ τήν αἵρεσιν, θυσιάζοντας ὅλα τά ὑποστατικά τους, διότι αὐτό ὅπου θεωροῦσε σημαντικότερον, ἦταν ἡ ἀποφυγή τῆς ψυχολέθρου μολύνσεως ἀπό τήν κοινωνίαν τῆς αἱρέσεως! Δι’ αὐτό καί χωρίς ἐνδοιασμούς ὠνόμαζε τά Μοναστήρια, ὅπου ὑπῆρχε  ἐπικοινωνία καί  μνημόσυνον τῶν αἱρετικῶν,  ὀλετήρια ψυχῶν καί ὄχι Μοναστήρια!!![48]

            

                     

                  

                                                                 Περί Λαϊκῶν


Δι’ αὐτήν  ὅμως τήν χαλεπήν κατάστασιν δέν εἶναι ὑπεύθυνοι μόνον οἱ «ἐπίσκοποι» καί λοιποί «κληρικοί», ἀλλά καί αὐτός ὁ ἁπλός λαός, ὁ ὁποῖος στηρίζει ὅλους αὐτούς τούς ἀποστάτας μέ τόν ἰδικόν του τρόπον,  δηλαδή  μέ τήν σιωπήν καί τήν ἀδιαφορίαν του, ἐνίοτε δέ καί τούς ἐνισχύει ἠθικῶς  καί ὑλικῶς.
Ἄλλωστε καί οἱ κληρικοί ἅπαντες ἐκ τοῦ λαοῦ προῆλθον καί μετέχουν τῆς ποιότητος αὐτοῦ. Δι’ αὐτό ὁ θεῖος Χρυσόστομος ἀποδίδει  τήν πρώτην αἰτίαν εἰς τήν φαυλότητα τοῦ λαοῦ: «Ὥσπερ οὖν καὶ προδοσία πόλεως, οὐκ οἰκοδομημάτων σαθρότης, ἀλλ' ἡ τῶν πολιτῶν φαυλότης.»[49]
Ἀποτέλεσμα λοιπόν τῆς φαυλότητος ἑνός λαοῦ εἶναι, τό νά «γεννᾷ» πονηρούς ποιμένας, οἱ ὁποῖοι μέ τήν σειράν τους γίνονται αἴτιοι συρροῆς  μεγαλυτέρων κακῶν.
 «Ἐμόλυναν τὴν μερίδα μου.» «Πανταχοῦ τοὺς ποιμένας αἰτιᾶται, καὶ τοὺς ἄρχοντας, οὐχὶ τοὺς λοιποὺς ἀπαλλάττει. Πῶς γάρ; Μὴ γὰρ ἄλογα πρόβατά εἰσι;».[50] Παντοῦ, μᾶς λέγει ὁ χρυσοῦς τήν γλώτταν Ἰωάννης, ἀποδίδει ὁ Κύριός μας τήν αἰτίαν τῶν κακῶν εἰς τούς ποιμένας καί τούς ἄρχοντας, χωρίς ὅμως νά ἀπαλλάσῃ  τῶν εὐθυνῶν καί τούς ὑπολοίπους, δηλαδή τόν λαόν, καθ’ ὅτι καί αὐτοί εἶναι πρόβατα λογικά, ἠμποροῦν δηλαδή νά σκεφθοῦν ἀπό μόνοι τους.
«Ἀκούσατε, οἱ ἐπίσκοποι, καὶ ἀκούσατε, οἱ λαϊκοί, ὥς φησιν ὁ Θεός· «Κρινῶ κριὸν πρὸς κριὸν καὶ πρόβατον πρὸς πρόβατον», καὶ πρὸς τοὺς ποιμένας λέγει· Κριθήσεσθε ἕνεκεν τῆς ἀπειρίας αὑτῶν καὶ τῆς εἰς τὰ πρόβατα διαφθορᾶς, τοῦτ' ἔστιν ἐπίσκοπον πρὸς ἐπίσκοπον κρινῶ καὶ λαϊκὸν πρὸς λαϊκὸν καὶ ἄρχοντα πρὸς ἄρχοντα»,[51] γράφουν καί αἱ Ἀποστολικαί Διαταγαί.
«Ἐκεῖνος ὁ δοῦλος, λέγει ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας,  ὁ γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου ἑαυτοῦ καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας πρὸς τὸ θέλημα αὐτοῦ, δαρήσεται πολλάς· ὁ δὲ μὴ γνούς, ποιήσας δὲ ἄξια πληγῶν, δαρήσεται ὀλίγας. παντὶ δὲ ᾧ ἐδόθη πολύ, πολὺ ζητηθήσεται παρ' αὐτοῦ, καὶ ᾧ παρέθεντο πολύ, περισσότερον αἰτήσουσιν αὐτόν».[52]
Ἡ εὐθύνη λοιπόν εἶναι συλλογική!
Ἐπειδή ὅμως ἀκούγεται ἀπό κάποιους ἀφελεῖς(;), ὅτι ὁ λαός δέν θά δώσῃ λόγον, διότι δῆθεν ὅλον τό κρῖμα πίπτει εἰς τόν κλῆρον, τούς ἀπαντῶμεν ὅτι ἀναλόγως τήν κατάστασιν ἀλλά καί τήν θέσιν του ἕκαστος θά κληθῇ νά δώσῃ (ὡς καί ἐκ τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν προελέχθη), τόν λόγον, ὅπου τοῦ ἀναλογεῖ. Κανείς δέν θά μείνει χωρίς ἀπολογίαν διά τάς κακάς πράξεις του. Ἐάν μάλιστα μέλλομεν νά  θά ἀποδώσωμεν λόγον ὄχι μόνον διά τά κακά, ἀλλά καί διά τά καλά, ὅπου θά ἠμπορούσαμεν νά πράξωμεν, ἀλλά δέν τό κάναμεν, τότε πόσον μᾶλλον διά τά ἄλλα;
Εἰς τήν περίπτωσιν μάλιστα διά τήν ὀποίαν ὁμιλοῦμε, τά πράγματα εἶναι κατά πολύ δυσκολώτερα, διότι ἀφοροῦν θέματα πίστεως, ἁπτόμενα ἀμέσως τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν∙ εἶναι θέματα, ὅπου δέν χωρᾷ οὐδεμία συγκατάβασις καί ἀνοχή, ἀλλ’ ἀπεναντίας συνεχής ἐγρήγορσις, νήψις καί πνεῦμα καθ’ ὁλοκλήρου ζηλωτικόν!
Ἄς ἀκούσωμεν λοιπόν τάς προτροπάς τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν: «Ἀπέχεσθε οὖν αἱρεσιωτῶν πάντων, ὦ ἐπίσκοποι καὶ λαϊκοί, τῶν φαυλιζόντων τὸν Νόμον καὶ τοὺς Προφήτας».[53]
 Καί πάλιν:  «Ὁμοίως καὶ οἱ λαϊκοί, τοῖς τῇ γνώμῃ τοῦ Θεοῦ ἐναντία δογματίσασιν μὴ πλησιάζετε μηδὲ κοινωνοὶ τῆς ἀσεβείας αὐτῶν γίνεσθε, λέγει γὰρ καὶ ὁ Θεός· «Ἀποσχίσθητε ἐκ μέσου τῶν ἀνδρῶν τούτων, ἵνα μὴ συναπόλησθε αὐτοῖς».[54]
Διά τοῦτο λοιπόν ὅλες οἱ Οἰκουμενικές καί Τοπικές Σύνοδοι δέν ἐχαρίσθησαν εἰς τούς λαϊκούς, ὅταν ὑπῆρχε θέμα πίστεως, ἀλλά καθυπέβαλαν αὐτούς κάτω ἀπό φοβερά ἐπιτίμια καί κυρίως αὐτό τοῦ Ἀναθεματισμοῦ!             
«Ἴσον (ἀνεξαιρέτως δι’ ὅλους) δὲ τρόπον, εἰ φωραθεῖέν (ἄν συλληφθοῦν) τινες εἴτε ἐπίσκοποι εἴτε κληρικοὶ εἴτε λαικοὶφρονοῦντες ἢ διδάσκοντες τὰ ἐν τῇ προκομισθείσῃ ἐκθέσει παρὰ Χαρισίου τοῦ πρεσβυτέρου περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ μονογενοῦς υἱοῦ τοῦ θεοῦ ἢ γοῦν τὰ μιαρὰ καὶ διεστραμμένα Νεστορίου δόγματα, ἃ καὶ ὑποτέτακται, ὑποκείσθωσαν τῇ ἀποφάσει τῆς ἁγίας ταύτης καὶ οἰκουμενικῆς συνόδου, ὥστε δηλονότι τὸν μὲν ἐπίσκοπον ἀλλοτριοῦσθαι τῆς ἐπισκοπῆς καὶ εἶναι καθῃρημένον, τὸν δὲ κληρικὸν ὁμοίως ἐκπίπτειν τοῦ κλήρου· εἰ δὲ λαικός τις εἴη, καὶ οὗτος ἀναθεματιζέσθω καθὰ προείρηται».[55] Καί πάλιν: «ὥρισεν ἡ ἁγία καὶ οἰκουμενικὴ σύνοδος ἑτέραν πίστιν μηδενὶ ἐξεῖναι προφέρειν ἢ γοῦν συγγράφειν ἢ συντιθέναι ἢ φρονεῖν ἢ διδάσκειν ἑτέρως͵ τοὺς δὲ τολμῶντας ἢ συντιθέναι πίστιν ἑτέραν ἢ γοῦν προκομίζειν ἢ διδάσκειν ἢ παραδιδόναι ἕτερον σύμβολον τοῖς ἐθέλουσιν ἐπιστρέφειν εἰς ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας ἐξ Ἑλληνισμοῦ ἢ ἐξ Ἰουδαϊσμοῦ ἢ γοῦν ἐξ αἱρέσεως οἵας δήποτε οὖν͵ τούτους͵ εἰ μὲν εἶεν ἐπίσκοποι ἢ κληρικοί͵ ἀλλοτρίους εἶναι τοὺς ἐπισκόπους τῆς ἐπισκοπῆς καὶ τοὺς κληρικοὺς τοῦ κλήρου· εἰ δὲ μονάζοντες ἢ λαικοὶ εἶεν͵ ἀναθεματίζεσθαι»[56].
Τά αὐτά, ὅπως βλεπουμε, ἐπιτίμια ἰσχύουν καί διά τούς «ἁπλοϊκούς»... Μοναχούς!
  Ἀναπολόγητοι εἶναι λοιπόν ὅσοι λαϊκοί καί Μοναχοί, ἀκόμη καί σήμερον, μετά ἀπό τόσην πλέον ἐνημέρωσιν διά τάς προδοσίας τοῦ «πατριάρχου» Κ.Π. καί τῶν λοιπῶν «ἐπισκόπων» καί «κληρικῶν», συνεχίζουν νά ἀδιαφοροῦν, ἤ ἁπλῶς νά «ἀνησυχοῦν», ἐπικοινωνοῦντες  μέ αὐτούς ἐκκλησιαστικῶς !






                                                          Ἐπίλογος

Συχνά οἱ ἄνθρωποι δένονται μέ τήν δυστυχῆ κατάστασιν ὅπου ἐβρίσκονται. Αὐτός ὅπου συνήθισε νά ζῇ μέσα εἰς τήν φυσικήν καί ἠθικήν ἀθλιότητα, εἰς σημεῖον νά χάσῃ σχεδόν τόν ἀνθρώπινον χαρακτήρα του, δύσκολα θά δεχθῇ τάς ἐπιχειρήσεις σωτηρίας ὅπου προορίζονται διά νά τόν ἀναμορφώσουν. Ἀντικρίζει μέ δυσπιστία τούς εὐεργέτες του καί βυθίζεται ὅλο καί βεθύτερα εἰς τήν μαύρην συμφορά του. Δέν θέλει νά δῇ τό φῶς, δέν θέλει νά ξεφύγῃ!
    Ἐλπίζομεν, ὅμως, ὅτι ὁ κόπος διά τήν ἔκδοσιν τοῦ πονήματος αὐτοῦ δέν θά πάῃ ἐντελῶς χαμένος. Ἔστω καί μία ψυχή[57] νά ἀφυπνισθῇ, ἐρχομένη εἰς ἑαυτήν  θά εἶναι μεγάλο κέρδος. Ἄς εἶναι παράδειγμα δι’ ἡμᾶς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ἀκούραστος ἐκεῖνος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ὁ ὁποῖος ἄν καί ἐκήρυτε τόν λόγον τοῦ Θεοῦ εἰς τεράστιον πλῆθος λαοῦ, τά ἀποτελέσματα ἦταν μᾶλλον πενιχρά ἀπό ὅλας τάς ἀπόψεις! Δέν ἀπηγοητεύετο ὅμως, ἀλλ’ ἐδήλωνε μέ περισσήν χάριν ὅτι κἄν ἕνας ἀκούσει ἐγώ τόν μισθόν τόν ἔλαβα!!!
Διά τό σύνολον ὅμως (καί δή τό ἐπίσημον Ἅγιον Ὄρος) γνωρίζομεν, ὅτι οὐδεμία ἐλπίδα ὑπάρχει ἀνανήψεως∙ τόν κατηφορικόν  δρόμον ὅπου βαδίζουν θά τόν συνεχίσουν ἕως τέλους! Οὔτε καί εἰς τό καυτόν θέμα τοῦ σφραγίσματος μέ τόν ἐπάρατον ἀριθμόν τοῦ Ἀντιχρίστου θά λάβουν ποτέ ξεκάθαρον θέσιν, ἀλλά θά ἐξακολουθοῦν νά πλέουν εἰς πελάγη ἀοριστολογιῶν καί ἀσαφῶν ἀνακοινώσεων, μέχρις ὅτου ὁ «λύκος» φάγῃ καί τό τελευταῖον πρόβατον! Καί τοῦτο, διότι ἔχουν ἐξαγορασθεῖ οἱ συνειδήσεις τους εἰς τόσον μεγάλον βαθμόν διά τῶν χρηματικῶν κονδυλίων, τῶν «δεδωρημένων» ἀπό τό κράτος τοῦ Ἀντιχρίστου, τήν Εὐρωπαϊκήν Ἕνωσιν, ὥστε πλέον ἔχουν νεκρωθεῖ!!! Ἁπλῶς κινοῦν καταφατικῶς τάς κεφαλάς των εἰς κάθε κέλευσμα τῶν χορηγῶν τους καί ἐκτελοῦν τάς ἐντολάς των.
Ἔσχατον παράδειγμα ἡ ἀδιάφορος διά τά πάντα (ἐκτός περί  τῶν κονδυλίων) Ἱερά(;) Κοινότης, ἡ ὁποῖα προσεπάθησεν διά τοῦ Β΄ Γραμματέως της, νά διαμοιράσῃ μέ δόλον τόν λεγόμενον ἀριθμόν ΑΜΚΑ καί εἰς πολλούς ἀκόμη  ἀνησυχοῦντας γέροντας Μοναχούς, ἔτι ὑπάρχοντας  ἀναμέσον τοῦ πλήθους τῶν πολλῶν, τῶν  ἡσύχως κοιμωμένων καί μακαρίως βιούντων ὑπολοίπων Μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι συναπωθοῦντο εἰς τήν σειράν διά νά τόν παραλάβουν, μήπως καί χάσουν τήν μηνιαίαν τῆς συντάξεως δόσιν!
Οὕτως ἔπραξαν καί μέ τήν τελευταῖαν γλυκανάλατον ἀνακοίνωσιν διά τήν Κάρταν τοῦ Πολίτου, τήν ὁποίαν ὅσες φορές καί ἄν τήν διαβάσῃς, δέν θά βρῇς πουθενά τό τί πρέπει νά κάνῃς∙ νά τήν πάρῃς, ἤ ὄχι, ἀλλά μόνον ἀτελείωτες ἀοριστολογίες καί εὐχολόγια!
Αὐτό θά πράξουν, καί συντόμως μάλιστα, ὅταν θά βρέθοῦν εἰς τήν δύσκολον(;) θέσιν νά ἀπαντήσουν διά τό ἐμφύτευμα τοῦ Μικροτσίπ εἰς τό μέτωπον ἤ εἰς τήν δεξιάν χεῖρα!!!
Ἄς εἴμεθα λοιπόν εἰς πλήρη ἐγρήγορσιν διά τά ἐσόμενα, μή δίδοντες δέ πλέον οὐδεμίαν  ἐμπιστοσύνην καί ἀκρόασιν εἰς ὅλους αὐτούς, εἰς τούς ὁποίους προαναφερθήκαμεν εἰς παρόν πόνημα, διότι ἔχουν ἤδη δείξει πλεῖστα κακά σημεῖα γραφῆς εἰς τό παρελθόν, ἀλλά καί ἀμεταμέλειας διά τό μέλλον!
 
                                              Τέλος καί τῷ Θεῷ Δόξα!


                            
                                           

  Υ.Γ.
   Μετά λύπης πληροφορηθήκαμε ἀπό Πατέρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅτι κατά τήν τελευταῖαν ἐπίσκεψιν τοῦ «Πατριάρχου» Βαρθολομαίου (26-9-2011), μέρος τῶν ἁγιορειτῶν Πατέρων ἔσπευσε καί πάλιν νά τόν ὑποδεχθῇ, αὐτή τήν φοράν εἰς τήν Ἱ. Μ. Μ. Λαύρας, καί τό χειρότερον, νά παρευρεθῇ εἰς τό συλλείτουργον, ὅπου ἔγινε εἰς τό Πρωτᾶτον τήν ἑπομένην, δεικνύοντες καί πάλιν περίτρανα τό πόσον ἔχουν ἀμβλυθῇ τά πνευματικά αἰσθητήριά τους, καθώς ἐπίσης καί τό μέγεθος τῆς δειλίας καί τῆς ὑποκρισίας ὅπου τούς χαρακτηρίζει. Ἀφοῦ, ἐνῷ ἡ πλειοψηφία τῶν  παρευρεθέντων Μοναχῶν τόν ἐμέμφοντο σχολιάζοντες τήν παρουσίαν του ἀρνητικά, ἐν τούτοις ἅπαντες ὡς σύγχρονοι ῥαγιάδες καί φαρισαῖοι ἔμπροσθέν του ἐποίουν γονυκλινεῖς μετανοίας  ἀσπαζόμενοι τήν «χαριτόβλυτον» δεξιάν του καί ἐπαινοῦντες αὐτόν διά τήν πρόσφορον διακονίαν του εἰς τήν «ἐκκλησίαν»!
Δυστυχῶς εἶναι ἄξιοι πολλῶν δακρύων...









«Πολλοί, ἐν οἷς καί διάσημα ἐκκλησιαστικά πρόσωπα, ὁμολογοῦσι μέν τάς σφαλεράς Θρησκευτικάς ἰδέας τινῶν Ἀρχιερέων, διατείνονται ὅμως ὅτι δέν συμφέρει νά δημοσιεύωνται αὗται ἰδίως διά τοῦ Τύπου. Οἱ τοιοῦτοι οὐκ οἴδασι τί λαλοῦσι∙ οὐκ εἰσίν εἰλικρινεῖς Χριστιανοί... Πᾶν ἄλλο ἀντικείμενον δύναται νά εἶναι ἐπιδεκτικόν οἰκονομίας τινός, οὐδέποτε ὅμως ἡ Ἱερά Θρησκεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ».
                                                         
                                                                     
                                    Χριστοφόρου Μοναχοῦ Λαυριώτου, Ἰατροῦ
                                                      «Ἡ Θεία Μάστιξ»



[1] Τά πατριαρχεῖα Βουργαρίας καί Γεωργίας, διά λόγους πολιτικῆς σποπιμότητος, ἕνεκα ἐσωτερικῶν ἀντιδράσεων, ἀπεχώρησαν μέν ἀπό τό ΠΣΕ, δέν διέκοψαν ὅμως τήν ἐκκλησιαστικήν ἐπικοινωνίαν μετά τῶν λοιπῶν συμμετεχουσῶν εἰς αὐτό «ἐκκλησιῶν», ἐξαπατώντας καί παραπλανώντας οὕτως τά ἀντιδρῶντα μέλη τοῦ ποιμνίου τους!
[2] Ψαλμ. 21, 17.
[3] Μ. Βασιλείου, Ἐπιστ. 90.
[4]  ΒΕΠΕΣ, 6, 278.
[5] Προφητεία Ἁγίου Νείλου. «Εὐαγγελικός Κῆπος», Ἱ. Μ. Σταυροβουνίου.
[6] Δ. Παναγοπούλου, «Ἅγιοι καί Σοφοί περί τῶν μελλόντων συμβῶσι»,  Προφητεία Ἀββᾶ Μωϋσέως.
[7] Ὁ ἐκ Λαρίσσης, Νεοημερολογίτης Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος εἰς  κήρυγμά του εἰς τήν Ἀποκάλυψιν τοῦ Ἰωάννου, κατά τάς ἀρχάς τοῦ 1980, ἀπεκάλυψεν, ὅτι ἀπό τούς ὀκτώ χιλιάδας ἱερεῖς τῆς ἐκκλησίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου  μόνον χίλιοι πιστεύουν εἰς τήν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ!!!
[8] «Περιοδικόν Nadezhda»,  τ. 14, pps 298-304.

[9] «Voronezh Eparchy Messenger», τ.11, 1992.
[10] Bishop Theophan, Tolkovanie na Vtoroe Poslanie sv. Apostola Pavla k Soluniam, 2.3-5.
[11] Ἰωσήφ Βρυεννίου, Ἅπαντα, Τόμ., Β΄, σ. 26.
[12] Μεγ. Ἀθανασίου, PG 27, 1369.
[13] πρβλ. Ἐπιστ. 80, σ. 389.
[14] πρβλ. Ἐπιστ. 24, σ. 287.
[15] Θεοδώρου Στουδ., Ἐπιστ.  220, σ. 663.
[16]  Μ. Βασιλείου, Ἐπιστ. 240. «Οὐκ οἶδα ἐπίσκοπον, μηδὲ ἀριθμήσαιμι ἐν ἱερεῦσι Χριστοῦ, τὸν παρὰ τῶν βεβήλων χειρῶν ἐπὶ καταλύσει τῆς πίστεως εἰς προστασίαν προβεβλημένον.
[17]   Ἐπιστολ. 308,9:  «ἡ παρὰ τῶν αἱρετικῶν κοινωνία, οὐ κοινὸς ἄρτος ἀλλὰ φάρμακον͵ οὐ σῶμα βλάπτον͵ ἀλλὰ ψυχὴν μελαῖνον καὶ σκοτίζον».
[18]  Ἐπιστολ.  534,8: «τὸ αἱρετικὸν ποτήριον καὶ ὁ ἄρτος κοινωνία τοῦ ἀντικειμένου ἐστίν (τοῦ διαβόλου)».
[19] Ἐπιστολή Κανονική Α΄, πρός Ἀμφιλόχιον Ἰκονίου, Κανών Α΄.
[20] Ἐπιστ.  136, σ. 482. «Γνώτωσαν οὖν λοιπὸν οἱ βιαστικῶς ἕλκοντες πρὸς τὴν ἑαυτῶν κοινωνίαν τοὺς μὴ προαιρουμένους, ὡς ἑλληνοειδῶς τοῦτο πράττουσιν͵ οὐ σῶμα Χριστοῦ τὸ ἐθελόθυτον παρέχοντες͵ ἀλλὰ τοὐναντίον εἰδωλοθύτου ἔχον ἔμφασιν, κατὰ τὴν ἀκούσιον τοῦ θυομένου ἐν ταῖς κατ΄ αὐτῶν φιλοδαίμοσι σπονδαῖς. καὶ ὁ λόγος ἀληθὴς καὶ ἡ δεῖξις ἐναργὴς καὶ ὁ ἀκούων οὐδείς...»
[21] Τοῦ αὐτοῦ Ἐπιστ.  154, σ. 517. «Ἰδού͵ δέδειχε κἀνταῦθα τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ὅτι κοινωνία ἐστὶν ἡ μετοχή͵ οὐκ ἄν τις δὲ φρενῶν εἴσω ὢν οὐχὶ τὴν μετοχὴν μετάληψιν εἴποι. ὡς οὖν ὁ θεῖος ἄρτος ὑπὸ τῶν ὀρθοδόξων μετεχόμενος πάντας τοὺς μετόχους ἓν σῶμα ἀποτελεῖ͵ οὕτω δὴ καὶ ὁ αἱρετικὸς ἄρτος κοινωνοὺς τοὺς αὐτοῦ μετέχοντας ἀλλήλων ἀπεργαζόμενος ἓν σῶμα ἀντίθετον Χριστοῦ παρίστησι͵ καὶ ὁ κενολόγος μάτην κενολογεῖ».
[22]  Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου,  Ἐπιστολή 8η,  ΕΠΕ 3 σ. 523.   «Τί οὖν͵ φῄς͵ οὐ χρὴ τοὺς ἱερέας ἀσεβοῦντας ἢ ἄλλο τι τῶν ἀτόπων ἐξελεγχομένους εὐθύνεσθαι͵ μόνοις δὲ ἐξέσται τοῖς καυχωμένοις ἐν νόμῳ διὰ τῆς παραβάσεως τοῦ νόμου τὸν θεὸν ἀτιμάζειν; Καὶ πῶς οἱ ἱερεῖς ἐκφάντορές εἰσι τοῦ θεοῦ; Πῶς γὰρ ἐξαγγελοῦσι τῷ λαῷ τὰς θείας ἀρετὰς οὐκ ἐγνωκότες αὐτῶν τὴν δύναμιν; ῍Η πῶς φωτιοῦσι οἱ ἐσκοτισμένοι͵ πῶς δὲ τοῦ θείου μεταδώσουσι πνεύματος οὐδέ͵ εἰ ἔστι πνεῦμα ἅγιον͵ ἕξει καὶ ἀληθείᾳ πεπιστευκότες; Ἐγὼ δὲ ἀπολογήσομαί σοι πρὸς ταῦτα... Οὔκ ἐστιν οὗτος ἱερεύς͵ οὔκ ἐστιν͵ ἀλλὰ δυσμενής͵ δόλιος͵ ἐμπαίκτης ἑαυτοῦ καὶ λύκος ἐπὶ τὸν θεῖον λαὸν κωδίῳ καθωπλισμένο».
[23] Ἰωάν., 3, 8.
[24] Θεοδώρου Στουδ., Ἐπιστ. 220, σ. 663.
[25] Τοῦ αὐτοῦ, Ἐπιστ. 43, σ. 179.
[26] Τοῦ αὐτοῦ, Ἐπιστ. 39, σ. 164.
[27] Α΄Κορινθ.,  6, 17.
[28] Αὐτόθι,12, 26.
[29] Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ἀντιρρητικός, Ε΄,κεφ, 21. ΕΠΕ,   Τόμ. 6,  σ. 238.
[30] Αὐτόθι, σ. 240.
[31] Αὐτόθι, σ. 242.
[32]  Ματθ., 7, 6.
[33]  Α’ Κορινθ., 11, 29. 
[34]  Αὐτόθι, 10, 17.
[35]  Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ,Ἔκθεσις Ἀκριβής..., Βιβλ. Δ,΄ 86.
[36]  Α΄Κορινθ. 13,1 «χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον».
[37] Πρβλ. Λουκ., 6, 26: «οὐαὶ, ὅταν καλῶς ὑμᾶς εἴπωσιν πάντες οἱ ἄνθρωποι».
[38] Ποῦ εἶναι ἄραγε ὅλοι αὐτοί, ὅπου λέγουν, ὅτι ἡ Θεία Χάρις παρεμένει  μέσα εἰς τήν αἵρεσιν, ἕως ὅτου αὕτη καταδικασθῇ ὑπό Ὀρθοδόξου Συνόδου; Οἱ ἅγιοι ὅμως ἄλλως διδάσκουν∙ ὅτι δηλαδή εὐθύς  μόλις ἐμφανισθῇ κάποια αἱρετική διδασκαλία  (κατεγνωσμένη, δηλαδή γνωστοποιημένη καί ἠλεγμένη κατά τό παρελθόν ὑπό κάποιας Συνόδου ἤ ἁγίων Πατέρων), αὕτη ἐπιφέρει μολυσμόν  εἰς τούς ἀποδεχομένους αὐτήν, καί καθιστᾶ τήν ἱερωσύνην τους ἀνενεργή, καί τούς εὐκτηρίους οἴκους καί Ναούς αὐτῶν ἀμέσως ἀπογεγυμνωμένους τῆς Θ. Χάριτος, δηλαδή «γυμνούς τοίχους»! Μήπως εἰς περίπτωσιν αἱρέσεως, ὅπου οἱ  Ὀρθόδοξοι διά τινας ἀπροβλέπτους παράγοντας ἀδυνατίσουν, ἤ καί ἀδρανίσουν νά συγκροτήσουν Σύνοδον, διά νά καθαιρέσουν τούς αἱρετικούς καί νά τούς ἀφαιρέσουν τήν ἱερωσύνην τους (ἐφ’ ὅσον αὐτοί προέρχονται ἀπό τόν ὀρθόδοξον ἐκκλησιαστικόν χῶρον, ὥστε νά ἔχουν κανονικήν χειροτονίαν),   τό ἅγιον Πνεῦμα (δηλαδή, ἡ Θεία Χάρις),  εἶναι ἐγκλωβισμένον καί καθηλωμένον, ἐνεργῶν ἀναγκαστικῶς,  μέσα εἰς τούς αἱρετικούς Ναούς αὐτῶν, διά τῶν αἱρετικῶν «μυστηρίων», προσηλωμένον εἰς τινας Κανόνας παρερμηνευμένους ὑπό τῶν «δυνητιστῶν» τοῦ τύπου «ἄχρι καιροῦ» ἀλλά καί τινων θιασωτῶν τῆς θεωρίας τῶν «ἐγκύρων»; Ἄπαγε τῆς ἀνοησίας..., ἤ μᾶλλον εἰπεῖν τῆς βλασφημίας! Τό Πνεῦμα, ὅπου θέλει πνεῖ... καί ὅποτε θέλει!
    Ἀναφέρεται εἰς τόν βίον τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου, ὅτι ὅταν ἐλειτούργει ὁ ἅγιος, ἔβλεπε τό  ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖον κατέβαινεν εἰς τά τίμια καί ἅγια δῶρα μέ σημεῖον, τό ὁποῖον ἔβλεπε μονον ἡ καθαρά καί ἀμόλυντος ψυχή του. Ἐλειτούργει λοιπόν κάποτε ὁ ἅγιος μετά τινος διακόνου, ὅστις ἀτενίσας πρός τόν γυναικωνίτην, εἶδε γυναῖκα ὡραίαν καί ἐσκανδαλίσθη. Ἐννοήσας τοῦτο ὁ ἅγιος βλέπει, ὅτι δέν κατῆλθε τό ἅγιον Πνεῦμα, κατά τήν συνήθειαν∙ τότε διέκοψεν τόν διάκονον ἀπό τήν Λειτουργίαν ἐκείνην, καί ἔπειτα εἶδε τό ἅγιον Πνεῦμα νά κατέρχεται... (βλ. Μέγας Συναξαριστής..., Α΄ Ἔκδοσις, Βίκτωρος Ματθαίου,1950, σ.360). 
   Χαρακτηριστική εἶναι καί ἡ περίπτωσις τοῦ μαθητοῦ  τοῦ μεγάλου Παϊσίου, ὁ ὁποῖος συναντηθείς εἰς τόν δρόμον τυχαίως μετά τινος ἑβραίου, καθώς ἐπήγαινεν  εἰς τήν Αἴγυπτον διά τήν πώλησιν ἐργοχείρου, καί ἀνοίξαντες συζήτησιν περί τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ πονηρός ἐκεῖνος ἑβραῖος παρέσυρε τόν ἁπλοϊκόν μοναχόν μέ τούς δολίους λόγους του, ὅτι ὁ Χριστός  δέν εἶναι δῆθεν ὁ προσδοκώμενος Μεσσίας, ὁ ταλαίπωρος μοναχός ἀπήντησεν μέ ἕνα «ἴσως».  Αὐτό τό «ἴσως» ὅμως ἦταν ἀρκετόν, διά νά φυγαδευτῇ ἡ Θ. Χάρις, ὅπου ἔλαβεν κατά τό ἅγιον βάπτισμά!!! Δι’αὐτό, ὅταν ἐπέστρεψε εἰς τόν Γέροντά του, ἐκεῖνος δέν τόν ἐδέχετο παντελῶς, οὔτε κἄν ἤθελεν νά τόν ἴδῃ, ἀλλά τόν ἀπεστρέφετο. Ὁ δέ μαθητής ἐλυπεῖτο πικρῶς βλέπων αὐτήν τήν συμπεριφοράν τοῦ Γέροντός του ἀπέναντί του καί ἠπόρει διά τήν αἰτίαν,  ἠρώτα δέ τόν Γέροντα διατί τόν ἀποστρέφεται.
Ὁ δέ γέρων τοῦ εἶπε: Ποῖος εἶσαι σύ, διότι δέν σέ γνωρίζω, δέν εἶσαι ὁ μαθητής μου, διότι ἐκεῖνος εἶχε τό ἅγιον Βάπτισμα καί ὅλα τά σημεῖα, δηλαδή τούς χαρακτήρας τῶν χριστιανῶν, ἐνῷ ἐσύ τοῦ λέγει δέν εἶσαι τοιοῦτος!!!
 Καί ἔπειτα ὁ ταλαίπωρος ἐκεῖνος μοναχός τοῦ διηγήθη τά συμβαίνοντα... (βλπ. Μεγάλος Συναξαριστής..., Α΄ Ἐκδοσις Βίκτωρος, 1950, σ. 226).
   Οὐδεμία Σύνοδος ἐχρειάσθη, νά συγκροτηθῇ, διά νά δικάσῃ τόν ἁπλοϊκόν αὐτόν μοναχόν καί νά τοῦ ἀποστερήσῃ ἔτσι τήν θ. Χάριν  διά τήν ἀκούσιον ταύτην ἄρνησίν του! Καί ἐάν ἕνας ἁπλός σκανδαλισμός τοῦ ἀνωτέρω διακόνου ἦταν ἀρκετός διά νά κωλύσῃ τήν κάθοδον τῆς Θείας Χάριτος καί τόν  καθαγιασμόν τῶν Τιμίων Δώρων, πόσον μᾶλλον τό γεγονός ὅτι οἱ ἱεροπρακτοῦντες ἔχουν, ὄχι ἁπλῶς ἕναν σκανδαλώδη λογισμόν, ἀλλά σωρείαν κακοδόξων καί βλασφήμων διδασκαλιῶν, ὄχι σεσιωπημένας καί  ἀποκεκρυμμένας μέσα εἰς τήν κεφαλήν τους, ἀλλά ἐπ’ ἄμβωνος κεκηρυγμένας «γυμνῇ τῇ καφαλῇ»;...
  Ἄς ἀναλογισθῇ λοπόν κάποιος, μετά ἀπό τόσες καί τόσες κακόδοξες δηλώσει, συμπροσευχάς καί συλλείτουργα μετά τῶν κάθε λογῆς αἱρετικῶν καί ἀλλοθρήσκων, πόση Θ. Χάρις ἔχει μεῖνει εἰς τούς Πατριάρχας καί λοιπούς συλειτουργοῦντας καί μνημονεύοντας  αὐτούς κληρικούς, ὥστε νά τελεσιουργοῦν μυστήρια;

[39] Θεοδώρου Στουδ.,   Ἐπισ. 39, 165:  «εἰ οὖν μοναχοί εἰσί τινες ἐν τοῖς νῦν καιροῖς͵ δειξάτωσαν ἐπὶ τῶν ἔργων· ἔργον δὲ μοναχοῦ μηδὲ τὸ τυχὸν ἀνέχεσθαι καινοτομεῖσθαι τὸ εὐαγγέλιον͵ ἵνα μὴ ὑπόδειγμα τοῖς λαϊκοῖς προτιθέμενοι αἱρέσεως καὶ αἱρετικῆς συγκοινωνίας τῆς ὑπὲρ αὐτῶν ἀπωλείας λόγον ὑφέξουσι».
[40] Αὐτόθι, σ. 164: «καὶ ἐὰν τὸ μοναδικὸν τάγμα οὐχ ἡγήσηται πάντα σκύβαλα͵ μοναστήρια λέγω καὶ πάντα τὰ περὶ αὐτά͵ πῶς λαϊκὸς καταφρονήσει γυναικός͵ τέκνων καὶ τῶν ἄλλων;».
[41] Ψαλμ., 118, 46.
[42] Ψαλμ., 39, 10.
[43] Θεοδώρου Στουδ., Ἐπιστ. 149, PG 99, 1120C: «ἀλλὰ τί; ὅτι προτιμώμεθα μᾶλλον θεοῦ τὰ μοναστήρια καὶ τῆς ὑπὲρ τοῦ ἀγαθοῦ κακοπαθείας τὴν ἐντεῦθεν εὐπάθειαν. ποῦ ἐστι τό͵ ἐλάλουν ἐναντίον βασιλέων καὶ οὐκ ᾐσχυνόμην; ποῦ ἐστι τό͵ ἰδοὺ τὰ χείλη μου οὐ μὴ κωλύσω͵ Κύριε σὺ ἔγνως; ποῦ ἐστι τὸ κλέος καὶ ἡ ἰσχὺς τοῦ καθ΄ ἡμᾶς τάγματος; πῶς Σάβας καὶ Θεοδόσιος οἱ μακάριοι͵ τὸ τηνικαῦτα Ἀναστασίου τοῦ βασιλέως δυσσεβεῖν ἑλομένου͵ διέστησαν͵ θερμῶς προμαχοῦντες τῆς πίστεως͵ τοῦτο μὲν μεθ΄ ὧν ἀνεθεμάτισαν τοὺς κακοδόξους ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ͵ τοῦτο δὲ ἐν οἷς ἐπέστειλαν τῷ βασιλεῖ͵ διαμαρτυρόμενοι θάνατον ἑλέσθαι ἤ τι μετακινῆσαι τῶν καθεστώτων;».
[44] Τοῦ αὐτοῦ, Ἐπιστ. 495,41:  «Ὥστε͵ εἰ βούλει͵ ἀδελφὲ ἠγαπημένε͵ μεθ΄ ἡμῶν τῶν ταπεινῶν τετάχθαι͵ ὑποχώρησον τῆς κατοχῆς τοῦ μοναστηρίου͵ καθὼς καὶ ὑπέσχου· τοῦτο γὰρ καὶ παρακαλοῦμεν͵ εἰς τοῦτο καὶ προσευχόμεθα͵ ἵνα͵ ὡς τὸ ἐντός͵ οὕτως καὶ τὸ ἐκτὸς ὀρθόδοξος ὑπάρχῃς͵ τὴν τιμίαν σου ψυχὴν σῴζων͵ ἧς οὐδὲν ἀντάξιον τῶν ὁρωμένων. ὁ κύριος ἀρχιεπίσκοπος σὺν ἡμῖν πλεῖστα προσαγορεύει σε͵ φιλῶν τὴν σωτηρίαν σου ἄγαν͵ ἐπεὶ καὶ οἱ λοιποὶ ἀδελφοί».
[45] Τοῦ αὐτοῦ, Ἐπιστ. 106, σ. 426: «ἐσυλήθης͵ ἅγιε. καὶ μή μοι φυλάττεσθαι τὰς οἰκείας ἐκκλησίας λέγε καὶ σώας τὰς ἱστορίας μένειν τήν τε ἀναφορὰν τοῦ ἁγιωτάτου ἡμῶν πατριάρχου· τοῦτο γὰρ καὶ ἄλλοι ἀπαχθέντες φιλολογοῦσιν. οὐ δύναται ταῦτα διασεσῶσθαι͵ εἰ μή τοι προδοσία ἀληθινῆς ἐνστάσεως ἐγένετο. τί τὸ ὄφελος͵ εἰ ἡμεῖς͵ οἱ ναὸς θεοῦ καὶ ὄντες καὶ λεγόμενοι͵ ἠχρειώθημεν καὶ ἀψύχους οἴκους περιεποιησάμεθα;».
 [46] Τοῦ αὐτοῦ, Ἐπιστ. 89, σ. 403: «ὢ τῆς πωρώσεως· ὢ τῆς θεομαχίας· Χριστὸς ἤρνητο͵ ἀθετουμένης τῆς ἁγίας αὐτοῦ εἰκόνος͵ ἡ Θεοτόκος͵ ὁστισοῦν τῶν ἁγίων͵ δι΄ ὧν καὶ ἀρχιερεὺς ἐδίωκτο καὶ ἐπίσκοποι περιωρίζοντο καὶ ἡγούμενοι ταὐτοπαθοῦντες͵ μοναχοὶ καὶ μονάζουσαι͵ λαϊκοί͵ λαΐζουσαι͵ οἱ μὲν τυπτόμενοι͵ οἱ δὲ φρουρούμενοι͵ ἄλλοι λιμοκτονούμενοι͵ ἕτεροι ξεόμενοι͵ ἄλλοι θαλαττευόμενοι͵ ἕτεροι θα- νατούμενοι͵ ἄλλοι κρυπταζόμενοι͵ ἕτεροι δραπετεύοντες. πλήρεις αἱ ἐρημίαι καὶ τὰ σπήλαια͵ πλήρη τὰ ὄρη καὶ αἱ νάπαι· σάρκες κοπτόμεναι͵ αἵματα ῥέοντα͵ ἡ καθ΄ ἡμᾶς οἰκουμένη κωδωνιζομένη τῷ διωγμῷ͵ πᾶσα ἡ ὑπ΄ οὐρανὸν ὡς εἰπεῖν στοναχίζουσα καὶ κατακλάου σα. καὶ σύ͵ ὦ τρισάθλιε͵ ἑαλωκὼς τῇ ψυχοφθόρῳ κοινωνίᾳ καὶ μένων εἰς τὸ ὀλετήριον (ἐπὰν οὕτως͵ ἀλλ΄ οὐ μοναστήριον) λέγεις εὖ ἔχειν καὶ ἐγγελᾷς τοὺς χριστοφόρους͵ μᾶλλον δὲ αὐτὸν Χριστόν͵ ὑπὲρ οὗ καὶ τὸ πάσχειν; ποῖον δὲ καὶ διεσώσω ναόν͵ τὸν ναὸν τοῦ θεοῦ μιάνας͵ σεαυτόν; τίνας δὲ καὶ ἀδελφοὺς ἐφυλάξω͵ διεφθορότας τῇ ὀλεθρίᾳ σου κοινωνίᾳ͵ κἂν ἐν βρώμασι; σκάνδαλον τοῦ κόσμου͵ ὑπόδειγμα ἀρνήσεως͵ προτροπὴ ἀπωλείας͵ σὰρξ ἀλλ΄ οὐ πνεῦμα͵ σκοτὴρ ἀλλ΄ οὐ φωστήρ. ταῦτα αὐτὴ ἡ ἀλήθεια βοᾷ πρὸς τοὺς οὕτως ἀσεβοῦντας· οὕς͵ εἰ μὴ μετανοήσωσιν ἐπιλέγειν οὕτως ἄθεα͵ οὐ χριστιανοὺς ἡγητέον».
[47] Αὐτόθι, Ἐπιστ. 210, σ. 638: «Ταῦτα μὲν πᾶσιν ὑμῖν λεκτέον͵ προηγουμένως δὲ σοί͵ τῷ κυρίῳ καθηγεμόνι͵ ἐπειδὴ οἷον τὸ ἄρχον καὶ τὸ ἀρχόμενον πέφυκε γίνεσθαι. καί γε ἅπαξ ἑαλώκαμεν ἐπὶ τῇ αἱρετικῇ κοινωνίᾳ φειδοῖ τῶν ὁρω μένων͵ μὴ πάλιν͵ δεόμεθα καὶ ὑπομνήσκομεν͵ διὰ μοναστήρια͵ ἀμπελῶνάς τε καὶ ἐλαιῶνας καὶ συκῶνας͵ ἃ μικρὸν ὕστερον καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ πατέρες ἡμῶν καταλείψομεν (καὶ καταλείψομεν εἰς αἰῶνας)͵ προδῶμεν τὴν ἀκρίβειαν τοῦ ἐπαγγέλματος καὶ χρανθῶμεν τῇ ἑτεροδόξῳ κοινωνίᾳ͵ τὰ σκαμβὰ ὑποδείγματα κυκλόθεν περιβλέποντες. οὐ προστήσεται ἡμῖν ἐν καιρῷ θανάτου͵ ἐν ὥρᾳ κρίσεως εἰς βοήθειαν ταῦτα͵ ἀλλὰ τὸ χρηστὸν συνειδὸς καὶ ἡ ἀκατάγνωστος πολιτεία».
[48] Αὐτόθι, Ἐπιστ. 89, σ. 403.
[49]  Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ἀποσπάσματα εἰς τόν Ἱερεμίαν, PG 64, 793.
[50] Τοῦ αὐτοῦ, PG 64,  880.
[51] Ἀποστολικαί Διαταγαί,  Βιβλίον 2ον , κεφ. 19ον.
[52] Λουκ., ΙΒ΄, 47-48.
[53] Ἀποστολικαί Διαταγαί, Βιβλίον  6, κεφ. 26.
[54] Αὐτόθι, κεφ. 4.
[55] Concilia Oecumenica , Concilium universale Ephesenum anno 431, Tom. volum. part, 1,1,7, page 106.
[56]  Concilium universale Chalcedonense anno 451, Tom. volum. part, 2,1,2, page 130.
[57] Ἰωάννου Χρυσοστόμου, PG 59, 583. «Θέλω δοῦναι τούτῳ τῷ ἐσχάτῳ ὡς καὶ σοί. Ἔσχατος ἦλθεν, οἶδα κἀγώ· ἀλλὰ προσήγαγέ μοι πίστιν ἀπολογουμένην ὑπὲρ τῆς γεγενημένης βραδύτητος· ἔσχατος ἦλθεν, ἀλλ' ἐπεδείξατο πόθον, οἷον ποθῶ· ἐπλανήθη τὸν παρελθόντα χρόνον ὡς πρόβατον, ἀλλ' ἐπέγνω τὸν ποιμένα τὸ πρόβατον».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου