Ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Γεωργίου Κόρδη “Μορφή καί Εἰκόνα”, διά ὅσους ἀρνοῦνται τήν συμβολική ἐξεικόνιση τοῦ Θεοῦ καί τῶν λοιπῶν ἀοράτων πραγματικοτήτων!
“Μεγαλύτερη δυσχέρεια ἀντιμετωπίζει ὁ Θεολόγος τοῦ Η΄ αἰ. (Ἰωάννης Δαμασκηνός), στήν προσπάθειά του νά ἐξηγήσει τήν ἐξεικόνιση τῶν ἀοράτων καί πνευματικῶν πραγματικοτήτων. Στήν περίπτωση δηλαδή τῶν σωματικῶν πραγμάτων, ἡ μορφή ἀποτελεῖ στοιχεῖο τῆς ὑποστάσεως τῶν πραγμάτων. Εἶναι τό ὁρατό μέρος της καί συνεπῶς σχετίζεται πραγματικά μέ τά πράγματα. Εἶναι λοιπόν αὐτονόητο νά εἰκονίζονται τά σωματικά μέ τή μορφή τους. Στήν περίπτωση τῶν πνευματικῶν πραγματικοτήτων ὑπάρχει ἡ δυσχέρεια τῆς σχέσεως τῶν μορφῶν μέ τά πράγματα, καθόσον οἱ πραγματικότητες αὐτές δέν ἔχουν μορφές. Γιατί λοιπόν ἐξεικονίζονται μέ μορφή;
Ὁ θεολόγος μας μέ μεγάλο ρεαλισμό δίνει τήν ἀπάντησή του:
“Οἴδαμεν οὖν, ὅτι οὔτε θεοῦ, οὔτε ψυχῆς, οὔτε δαίμονος θεαθῆναι φύσιν, ἀλλ' ἐν μετασχηματισμῷ τινι θεωροῦνται ταῦτα, τῆς θείας προνοίας τύπους καί σχήματα περιτιθείσης τοῖς ἀσωμάτοις καί ἀτυπώτοις, καί μή ἔχουσι σχηματισμόν σωματικῶς πρός τό χειραγωγηθῆναι ἡμᾶς, καί πρός παχυμερῆ καί μερικήν γνῶσιν... Μή θέλων ὁ Θεός παντελῶς ἀγνοεῖν ἡμᾶς τά ἀσώματα, περιέθηκε αὐτοῖς τύπους, καί σχήματα καί εἰκόνας κατά τήν ἀναλογίαν τῆς φύσεως ἡμῶν, σχήματα σωματικά ἐν ἀΰλῳ ὁράσει ὁρώμενα, καί ταῦτα σχηματίζομεν καί εἰκονίζομεν”.
Σέ μετάφραση:
“Γνωρίζουμε λοιπόν ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά δεῖ κανείς τή φύση οὔτε τοῦ Θεοῦ, οὔτε ἀγγέλου, οὔτε ψυχῆς, οὔτε δαίμονα, ἀλλ’ αὐτά βλέπονται μέ κάποιο μετασχηματισμό, μέ τή βοήθεια τῆς θείας Πρόνοιας, ἡ ὁποία περιβάλλει μέ τύπους καί σχήματα ὅσα εἶναι ἀσώματα καί ἀτύπωτα καί δέν ἔχουν σωματικό σχῆμα, γιά νά χειραγωγηθοῦμε καί νά ἀποκτήσουμε χειροπιαστή καί μερική γνώση αὐτῶν, καί νά μή βρισκόμαστε σέ παντελῆ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀσωμάτων δημιουργημάτων.
...Ἐπειδή λοιπόν ὁ Θεός δέν ἤθελε νά ἀγνοοῦμε τελείως τά ἀσώματα δημιουργήματα, τά περιέβαλε μέ τύπους καί σχήματα καί εἰκόνες, ὥστε μέ τήν ἄϋλη ὅραση τοῦ νοῦ μας νά φαίνονται, κατά τήν ἀναλογία τῆς φύσεώς μας, ὡς σχήματα σωματικά, καί αὐτά σχηματίζουμε καί εἰκονίζουμε…”. Ἅγ. Δαμασκηνός, ΕΠΕ, 3, 237-9, Ἀπολ. Γ', 25.
Στό σημαντικότατο αὐτό χωρίο ὁ Δαμασκηνός ὑποστηρίζει τά ἑξῆς: α) ἡ φύση τοῦ θεοῦ, τῶν ἀγγέλων, τῶν δαιμόνων, τῆς ψυχῆς δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ, διότι δέν ἔχει σχῆμα, β) ὁ θεός, προκειμένου νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ὁδηγήσει σέ μερική γνώση τῶν πνευματικῶν πραγμάτων, ἔντυσε τίς ὀντότητες αὐτές μέ κάποιες μορφές, πού ἀναλογοῦν στή φύση μας μέ σκοπό νά γίνουν ὁρατές στόν ἄνθρωπο, γ) ἡ μορφοποίηση βεβαίως αὐτή, πού ὀφείλεται στήν πρόνοια τοῦ θεοῦ, εἶναι συμβατική, εἶναι ἕνα εἶδος μετασχηματισμοῦ, πού ἀσφαλῶς δέν ἀναφέρεται στή φύση τῶν πραγμάτων, δ) ἐφόσον, λοιπόν, οἱ ὀντότητες αὐτές παρουσιάζονται μέ κάποια μορφή, ἀσχέτως ἄν ἡ μορφή αὐτή σχετίζεται πραγματικά-ὑποστατικά μέ αὐτές, δίνεται ἡ δυνατότητα ἐξεικονισμοῦ. Εἰκονίζονται οἱ μορφές καί τά σχήματα. ε) Οἱ μορφές αὐτές δέν εἶναι αὐθαίρετη ἐπινόηση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά προέρχονται ἀπό τήν πρόνοια τοῦ θεοῦ καί ἐπίσης εἶναι μορφές ἀποκαλυμμένες στήν ἱστορία.
Μέ ρεαλισμό, λοιπόν, ὁ Δαμασκηνός ἀπαντᾶ καί στό δύσκολο αὐτό πρόβλημα τῆς ἐξεικονίσεως τῶν ἀοράτων καί πνευματικῶν δυνάμεων. Ἡ ἐξεικόνισή τους εἶναι δυνατή διότι ἡ ἐξεικόνιση ἀναφέρεται στό σχῆμα καί τή μορφή. Ἐφόσον οἱ πραγματικότητες αὐτές ἐμφανίστηκαν μέ μορφές στήν ἱστορία καί θεάθηκαν ἀπό ἀνθρώπους, μποροῦμε νά τίς ἐξεικονίσουμε παρουσιάζοντας τίς μορφές πού εἴδαμε.
Διδακτορική Διατριβή, Γεωργίου Κόρδη “Μορφή καί Εἰκόνα”, 1991, σελ. 214-215.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου