Η ΙΣΧΥΣ ΤΩΝ ΤΕΛΟΥΜΕΝΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ ΥΠΟ ΚΑΘΗΡΗΜΕΝΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ
Ἕνα ἀπό τά θέματα πού ἐγείρουν ἔντονες διαφωνίες στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, εἶναι τό περί ἰσχύος τῶν μυστηρίων τῶν ὑπό καθῃρημένων τελουμένων. Ὑπάρχουν πολλοί πού ὑποστηρίζουν πώς τά μυστήρια πού τελοῦνται ἀπό κληρικούς πού καθῃρέθησαν δικαίως εἶναι ἰσχυρά καί τέλεια, ἱκανά νά φέρουν πλήρη τήν ἁγιαστική Χάρη, ὅπως καί τά μυστήρια ἑνός κανονικοῦ ἱερέως. Ἄλλοι πιστεύουν ὅτι, κατά τήν καθαίρεση ἀφαιρεῖται ἡ ἱερωσύνη, ὁπότε τό ἀποτέλεσμα τῆς τελέσεως ἑνός τέτοιου μυστηρίου εἶναι ἀνυπόστατο καί ἀνίσχυρο καί εἰς οὐδέν λογιζόμενο. Ἡ δεύτερη ἄποψη στηρίζεται στούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐνῷ ἡ πρώτη στίς ἀπόψεις κάποιων κανονολόγων πού φανερά ἔχουν ἐπηρεαστεῖ ἀπό τήν παπική θεωρία περί ἀνεξαλείπτου τῆς ἱερωσύνης. Αὐτοί πιστεύουν πώς ἡ ἱερωσύνη δέν μπορεῖ νά ἀφαιρεθεῖ μέ κανέναν τρόπον, διότι εἶναι ἀνεξίτηλος, καί παραμένει ἐσαεί στόν καθῃρημένο κληρικό, ἐνεργοῦσα τέλεια μυστήρια. Τότε ποῖον τό νόημα τῆς καθαιρέσεως; Μερίδα ἐξ αὐτῶν θεωρεῖ ὅτι τό ἀνεξάλειπτον ἰσχύει γιά ὅλες τίς περιπτώσεις καθαιρέσεων, ἐκτός ἀπό τήν ὑποβολή τοῦ Ἀναθέματος! Μία τέτοια θεωρία εἶναι φυσικό νά συγκινεῖ... κάποιους ἱερωμένους, ἔστω καί ἄν εἶναι ἐντελῶς ἀστήρικτη ἀπό τήν Κανονική τάξη τῆς Ἐκκλησίας. Πουθενά στήν γνήσια ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική γραμματεία δέν θά συναντήσουμε τόν ὅρο, ''ἀνεξάλειπτη'' ἤ ''ἀνεξίτηλη'' ἱερωσύνη, παρά μόνον στά θεολογικά κείμενα τῆς Παπικῆς Δύσης καί τινων ἡμετέρων, κυρίως νεωτέρων κανονολόγων, πού ἔχουν ἐπηρεαστεῖ σαφέστατα ἀπ' αὐτούς. Οἱ ἱεροί Κανόνες κατατάσσουν τόν καθαιρούμενο στήν τάξη τῶν λαϊκῶν, ἐνῷ τοῦ ἀφαιρεῖται ταυτόχρονα καί κάθε ἄλλο ἱερατικό δικαίωμα καί ἐξουσία. Ἀποθανόντος τοῦ καθῃρημένου κηδεύεται ὡς λαϊκός, χωρίς καμία ἱερατική τιμή! Ἡ ἀνάκληση τῆς ποινῆς καί ἡ ἐπανεισδοχή στήν προτεραίαν θέση τοῦ κληρικοῦ, ὀφείλεται ὄχι στό ἀδιάλειπτο τῆς ἱερωσύνης τοῦ καθῃρημένου, ἀλλά στήν ἀποστολική ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας νά μπορεῖ νά οἰκονομεῖ καί νά ἰατρεύει τά ἐπιτιμημένα διά προσωπικές ἁμαρτίες μέλη της. Τοῦτο ἰσχύει ὅμως μόνον διά ὅσων τά ἁμαρτήματα εἶναι ἰατρεύσιμα καί ὄχι κωλυτικά τῆς ἱερωσύνης. Ἐάν ὁ ἐπανεισερχόμενος εἶναι μεταμελημένος αἱρετικός, τότε ἀκολουθεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία τακτική, πού ἀφορᾶ εἰδικῶς αὐτές τίς περιπτώσεις. Ἡ ἀποδοχή του βεβαίως στήν τάξη τοῦ κλήρου δέν εἶναι σίγουρη, διότι πρέπει νά ἐξεταστοῦν πολλές παράμετροι, τό φρόνημα τῆς αἱρέσεως πού προέρχεται, ἡ ἐξωτερική τοὐλάχιστον διαδοχή κ.ἄ. Ἡ τυχοῦσα ἀποδοχή του στόν ὀρθόδοξο κλῆρο δέν σημαίνει τήν ἀναγνώριση τῶν αἱρετικῶν μυστηρίων, ὡς ἐγκύρων στόν τόπον πού ἐτελέσθησαν, ἀλλά τήν οἰκονομική ἀποκατάσταση μετά τήν ἐπανένταξή του στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἱερωσύνη τῶν αἱρετικῶν δέν εἶναι ἀναγνωρισμένη ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ κανέναν τρόπο, καθώς τελεῖται ἔξω ἀπό τά ὅρια Αὐτῆς, διακεκομμένη ἀπό τήν Χάρη τοῦ Κυρίου μας πού ἐνεργεῖ καί ζωοποιεῖ τά Μυστήρια. Αὐτό συμβαίνει ὄχι μόνο στούς κεκριμένους αἱρετικούς, ἀλλά καί στούς ἀκρίτους, ἀφοῦ καί αὐτοί διά τῆς ἀσεβοῦς διδασκαλίας τους εὑρέθησαν ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, καί κατά συνέπεια διεκόπη καί ὁ σύνδεσμος μέ τήν ἁγιαστική Χάρη. Οἱ ἄκριτοι κληρικοί πού ὑπέπεσαν σέ αἵρεση καί μένουν ἀμετανόητοι ἀπό τούς ἐλέγχους τῶν Πατέρων, ἔστω καί ἄν διά διαφόρους λόγους δέν ἠδυνήθη νά συγκροτηθεῖ ἐκκλησιαστικό δικαστήριο, διά νά τούς καθαιρέσει καί ἀφαιρέσει τήν ἱερωσύνη τους, δέν μποροῦν νά τελέσουν ἰσχυρά μυστήρια, καθώς εὑρίσκονται ἐκτός Ἐκκλησίας, διακεκομμένοι ἀπό τήν θείαν Χάρη.
Αὐτή εἶναι ἐν συνόψει ἡ Ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία περί τελουμένων μυστηρίων ὑπό καθῃρημένων καί ἐπανεισδοχῆς των στήν προτεραίαν τάξη τους, καθώς καί τῶν ἐπιστρεφόντων ἀπό τήν αἵρεση κληρικῶν. Προσεχῶς ἑτοιμάζουμε πληρεστέρα ἐργασία ἐπί τοῦ θέματος.
Ἕνα ἀπό τά θέματα πού ἐγείρουν ἔντονες διαφωνίες στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, εἶναι τό περί ἰσχύος τῶν μυστηρίων τῶν ὑπό καθῃρημένων τελουμένων. Ὑπάρχουν πολλοί πού ὑποστηρίζουν πώς τά μυστήρια πού τελοῦνται ἀπό κληρικούς πού καθῃρέθησαν δικαίως εἶναι ἰσχυρά καί τέλεια, ἱκανά νά φέρουν πλήρη τήν ἁγιαστική Χάρη, ὅπως καί τά μυστήρια ἑνός κανονικοῦ ἱερέως. Ἄλλοι πιστεύουν ὅτι, κατά τήν καθαίρεση ἀφαιρεῖται ἡ ἱερωσύνη, ὁπότε τό ἀποτέλεσμα τῆς τελέσεως ἑνός τέτοιου μυστηρίου εἶναι ἀνυπόστατο καί ἀνίσχυρο καί εἰς οὐδέν λογιζόμενο. Ἡ δεύτερη ἄποψη στηρίζεται στούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐνῷ ἡ πρώτη στίς ἀπόψεις κάποιων κανονολόγων πού φανερά ἔχουν ἐπηρεαστεῖ ἀπό τήν παπική θεωρία περί ἀνεξαλείπτου τῆς ἱερωσύνης. Αὐτοί πιστεύουν πώς ἡ ἱερωσύνη δέν μπορεῖ νά ἀφαιρεθεῖ μέ κανέναν τρόπον, διότι εἶναι ἀνεξίτηλος, καί παραμένει ἐσαεί στόν καθῃρημένο κληρικό, ἐνεργοῦσα τέλεια μυστήρια. Τότε ποῖον τό νόημα τῆς καθαιρέσεως; Μερίδα ἐξ αὐτῶν θεωρεῖ ὅτι τό ἀνεξάλειπτον ἰσχύει γιά ὅλες τίς περιπτώσεις καθαιρέσεων, ἐκτός ἀπό τήν ὑποβολή τοῦ Ἀναθέματος! Μία τέτοια θεωρία εἶναι φυσικό νά συγκινεῖ... κάποιους ἱερωμένους, ἔστω καί ἄν εἶναι ἐντελῶς ἀστήρικτη ἀπό τήν Κανονική τάξη τῆς Ἐκκλησίας. Πουθενά στήν γνήσια ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική γραμματεία δέν θά συναντήσουμε τόν ὅρο, ''ἀνεξάλειπτη'' ἤ ''ἀνεξίτηλη'' ἱερωσύνη, παρά μόνον στά θεολογικά κείμενα τῆς Παπικῆς Δύσης καί τινων ἡμετέρων, κυρίως νεωτέρων κανονολόγων, πού ἔχουν ἐπηρεαστεῖ σαφέστατα ἀπ' αὐτούς. Οἱ ἱεροί Κανόνες κατατάσσουν τόν καθαιρούμενο στήν τάξη τῶν λαϊκῶν, ἐνῷ τοῦ ἀφαιρεῖται ταυτόχρονα καί κάθε ἄλλο ἱερατικό δικαίωμα καί ἐξουσία. Ἀποθανόντος τοῦ καθῃρημένου κηδεύεται ὡς λαϊκός, χωρίς καμία ἱερατική τιμή! Ἡ ἀνάκληση τῆς ποινῆς καί ἡ ἐπανεισδοχή στήν προτεραίαν θέση τοῦ κληρικοῦ, ὀφείλεται ὄχι στό ἀδιάλειπτο τῆς ἱερωσύνης τοῦ καθῃρημένου, ἀλλά στήν ἀποστολική ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας νά μπορεῖ νά οἰκονομεῖ καί νά ἰατρεύει τά ἐπιτιμημένα διά προσωπικές ἁμαρτίες μέλη της. Τοῦτο ἰσχύει ὅμως μόνον διά ὅσων τά ἁμαρτήματα εἶναι ἰατρεύσιμα καί ὄχι κωλυτικά τῆς ἱερωσύνης. Ἐάν ὁ ἐπανεισερχόμενος εἶναι μεταμελημένος αἱρετικός, τότε ἀκολουθεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία τακτική, πού ἀφορᾶ εἰδικῶς αὐτές τίς περιπτώσεις. Ἡ ἀποδοχή του βεβαίως στήν τάξη τοῦ κλήρου δέν εἶναι σίγουρη, διότι πρέπει νά ἐξεταστοῦν πολλές παράμετροι, τό φρόνημα τῆς αἱρέσεως πού προέρχεται, ἡ ἐξωτερική τοὐλάχιστον διαδοχή κ.ἄ. Ἡ τυχοῦσα ἀποδοχή του στόν ὀρθόδοξο κλῆρο δέν σημαίνει τήν ἀναγνώριση τῶν αἱρετικῶν μυστηρίων, ὡς ἐγκύρων στόν τόπον πού ἐτελέσθησαν, ἀλλά τήν οἰκονομική ἀποκατάσταση μετά τήν ἐπανένταξή του στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἱερωσύνη τῶν αἱρετικῶν δέν εἶναι ἀναγνωρισμένη ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ κανέναν τρόπο, καθώς τελεῖται ἔξω ἀπό τά ὅρια Αὐτῆς, διακεκομμένη ἀπό τήν Χάρη τοῦ Κυρίου μας πού ἐνεργεῖ καί ζωοποιεῖ τά Μυστήρια. Αὐτό συμβαίνει ὄχι μόνο στούς κεκριμένους αἱρετικούς, ἀλλά καί στούς ἀκρίτους, ἀφοῦ καί αὐτοί διά τῆς ἀσεβοῦς διδασκαλίας τους εὑρέθησαν ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία, καί κατά συνέπεια διεκόπη καί ὁ σύνδεσμος μέ τήν ἁγιαστική Χάρη. Οἱ ἄκριτοι κληρικοί πού ὑπέπεσαν σέ αἵρεση καί μένουν ἀμετανόητοι ἀπό τούς ἐλέγχους τῶν Πατέρων, ἔστω καί ἄν διά διαφόρους λόγους δέν ἠδυνήθη νά συγκροτηθεῖ ἐκκλησιαστικό δικαστήριο, διά νά τούς καθαιρέσει καί ἀφαιρέσει τήν ἱερωσύνη τους, δέν μποροῦν νά τελέσουν ἰσχυρά μυστήρια, καθώς εὑρίσκονται ἐκτός Ἐκκλησίας, διακεκομμένοι ἀπό τήν θείαν Χάρη.
Αὐτή εἶναι ἐν συνόψει ἡ Ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία περί τελουμένων μυστηρίων ὑπό καθῃρημένων καί ἐπανεισδοχῆς των στήν προτεραίαν τάξη τους, καθώς καί τῶν ἐπιστρεφόντων ἀπό τήν αἵρεση κληρικῶν. Προσεχῶς ἑτοιμάζουμε πληρεστέρα ἐργασία ἐπί τοῦ θέματος.